Κεντρική Σελίδα των Αρχείων      Περιεχόμενα      Επόμενο Κεφάλαιο

ΟΙ ΦΥΛΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ

W. J. Sidis

Μετάφραση: Γεωργία Ερατώ Τριανταφυλλίδη

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ XXVI

Η ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΤΟΥ ΣΑΙΗΣ

        154. Το Πραξικόπημα της Ρόουντ Αϊλαντ.  Εν τω μεταξύ, οι εργάτες και οι αγρότες προετοίμαζαν την αντίστασή τους απέναντι στις καταχρήσεις των πλουσιοτέρων ομάδων, προ πάντων στην Νέα Αγγλία. Είδαμε πως ο ξεσηκωμός είχε ξεκινήσει στην Μασσαχουσέττη από την πηγή αυτή ήδη από το 1782, πριν από την ειρηνευτική συνθήκη, σαν ένα είδος ατυχούς επαναστάσεως κατά της Κοινοπολιτείας, επό μέρους των ιδίων εν πολλοίς εργατών και αγροτών που είχαν αποτελέσει το μεγαλύτερο μέρος του στρατού, και των οπαδών του καθεστώτος της "πολιτικής ανυπακοής" του 1774-6. Μετά την ειρήνη όμως, και ιδίως μετά την έναρξη της οικονομικής υφέσεως του 1785, τα στοιχεία αυτά, υποστηριζόμενα και πάλι από την παληά μυστική οργάνωση των Οκαμακαμεσσέτων, επιχείρησαν σοβαρά να ανοικοδομήσουν το παληό καθεστώς "πολιτικής ανυπακοής" πάνω στην παληά του βάση, ξεκινώντας πάντα ως ένα αντίπαλο αναγκαστικό καθεστώς που ανθίσταται στις κατεστημένες αρχές, χωρίς όμως να προσπαθεί να τις αντικαταστήσει μέχρις ότου οικοδομηθεί επαρκώς η "πολιτική ανυπακοή." Στο Νέο Χαμπσάιρ, το Βέρμοντ, και το Κοννέκτικατ, παράλληλες οργανώσεις έκαναν την εμφάνισή τους, αν και χωρίς την ίδια προηγούμενη εμπειρία "πολιτικής ανυπακοής" που διέθεταν οι σύντροφοί τους της Μασσαχουσέττης. Οι ημιπαράνομοι "Υιοί της Ελευθερίας," που είχαν φανερωθεί ανοικτά μετά την Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας, δεν μπορούσαν τώρα πια να εκπληρώσουν την αρχική τους λειτουργία, κι έτσι οι Οκαμακαμμεσσέτοι χρειάσθηκε να στήσουν ένα καινούργιο σχήμα του ιδίου είδους στην Μασσαχουσέττη - ομάδες εργατών και αγροτών που συναντώντο κρυφά σε μικρούς αριθμούς, χωρίς να τους ξέρουν οι συμπολίτες τους, ώστε να μπορούν φαινομενικά να διαδίδουν τις ιδέες τους ως άτομα, και που αναγνωρίζοντο μεταξύ τους με το όνομα "Τζο Μπούνκερ," που αποτελούσε το κοινό τους χαιρετισμό.

         Στην Ρόουντ Αϊλαντ, αντιθέτως, όπου η ανεξαρτησία είχε κατακτηθεί δια της νομοθετικής οδού, χωρίς καμμία απολύτως κυβερνητική αλλαγή, και όπου δεν υπήρξε καν επανάσταση κατ' αρχήν, εκείνο που επιχειρήθηκε ήταν η πολιτική συγκρότηση, προκειμένου να επιτευχθεί πλειοψηφία στο νομοθετικό σώμα. Το εγχείρημα αυτό από μέρους των φτωχότερων στοιχείων δυσκολευόταν πολύ από τις περιουσιακές προϋποθέσεις του δικαιώματος ψήφου που είχε επιβάλει προπολεμικά η Αγγλία, και που η Ρόουντ Αϊλαντ διατηρούσε από σκέτη αδράνεια, μη έχοντας, όπως είπαμε, ποτέ επαναστατήσει ουσιαστικά. Εν τούτοις, αν και οι προϋποθέσεις της ψήφου για κυβερνήτη και δικαστές παραήσαν μεγάλες για τους εργάτες και τους αγρότες, πολλοί αγρότες είχαν πάντως αρκετή ονομαστική περιουσία, ώστε να δικαιούνται να ψηφίσουν για το νομοθετικό σώμα, ενώ και πολλοί εργάτες ακόμη είχαν αποταμιεύσει αρκετά, ώστε να αποκτήσουν το προνόμιο ειδικά της ψήφου αυτής. Το αποτέλεσμα ήταν πως ο σκοπός αυτός καταλήψεως του νομοθετικού σώματος της Ρόουντ Αϊλαντ και των Πρόβιντενς Πλαντέισιονς εκπληρώθηκε όντως τον Μάιο του 1786.

         Και τώρα ήλθε το δυσκολότερο μέρος του προβλήματος, δηλαδή τώρα που είχαν το νομοθετικό σώμα, τί θα το έκαναν. Ο κυβερνήτης και οι δικαστές περιφρονούσαν το σώμα αυτό ως οχλοκρατούμενο, ενώ εκτός πολιτείας οι μεγαλοχρηματιστές και γαιοκτήμονες έδειχναν την περιφρόνησή τους με το παρατσούκλι "Νήσος Παληανθρώπων" [Ρογκς Αϊλαντ, αντί Ροόυντ Αϊλαντ], στο οποίο η κυρίαρχη ομάδα της Ρόουντ απαντούσε "Ερυθρά Νήσος" [Ρεντ Αϊλαντ], πράγμα που ήταν άλλωστε και η σωστή ερμηνεία της ονομασίας. Η συμφωνία με την κυβέρνηση της πολιτείας ήταν αδύνατη, το νομοθετικό σώμα όμως μπόρεσε να ανατρέψει το βέτο του κυβερνήτη κατά τον παλαιό χάρτη της Ρόουντ Αϊλαντ. Εν τούτοις το πρόβλημα εξακολουθούσε να παραμένει, τί να γίνει με το νομοθετικό σώμα, τώρα που κατελήφθη. Γιατί το μόνο που αυτό μπορούσε να κάνει ήταν να νομοθετεί, και η νομοθεσία δεν θεραπεύει, κατά κανόνα, τα οικονομικά προβλήματα.

         Υπήρχαν, εν τούτοις, ιδίως μεταξύ των αγροτών, εκείνοι που ένοιωθαν πως η ρίζα του προβλήματος της γης έγκειτο στο ότι έπρεπε να να αποπληρωθούν στο ακέραιο σε πλήρες νόμισμα χρέη που είχαν συναφθεί αρχικά σε χαρτονόμισμα, οπότε η θεραπεία βρισκόταν προς την κατεύθυνση της νομοθεσίας, με την έκδοση χαρτονομίσματος προς ανακούφιση των αγροτών, αλλά και προς σωτηρίαν των παλαιών ιδρυμάτων που λειτουργούσαν προηγουμένως συνεταιριστικά από τους εργάτες, και, τέλος, προς όφελος των εργατών, ώστε να βάλουν εμπρός κάποιας μορφής―οποιασδήποτε μορφής―βιομηχανία. Το ίδιο το γεγονός πως οι ομάδες αυτές είχαν τώρα τον νομοθετικό έλεγχο τις έκανε να διατηρούν όλα τα μέτρα στα πλαίσια της κυβερνητικής εξουσίας, όπως καθορίζοντο στον χάρτη της Ροόυντ Αϊλαντ, έτσι που δεν μπορούσε να επιχειρηθεί τίποτε πιο ριζοσπαστικό από ένα πρόγραμμα πληθωρισμού και εκβιομηχανίσεως. Αυτό φυσικά, δεν οδήγησε πουθενά, πέρα από την εξάπλωση στην Αμερική της εντυπώσεως πως ο τρόπος ενισχύσεως του φτωχότερου στοιχείου ήταν να ακολουθηθεί το λαμπρό παράδειγμα της Ρόουντ Αϊλαντ και να εκδοθεί χαρτονόμισμα. Με συνέπεια, οι αριστοκράτες και οι χρηματιστές, οι οποίοι είχαν φανεί αρκούντως πρόθυμοι κατά τον πόλεμο να κυκλοφορήσουν τόσο χαρτονόμισμα που να καταντήσει "να μη πιάνει ούτ' ένα ηπειρωτικό," να πάθουν τώρα πανικό με την ιδέα και μόνο.

         Εκδόθηκε, λοιπόν, χαρτονόμισμα από την Πολιτεία της Ρόουντ Αϊλαντ, με πρόθεση ειδικά την επιβολή της αποδοχής του εις εξόφληση χρεών, και, προς τούτο, προβλεπόταν πως όποιος αρνιόταν να αποδεχθεί το χρήμα αυτό όταν προσεφέρετο εις πληρωμή χρέους, θα μπορούσε να παραπέμπεται σε δίκη, όπου το χρέος θα εκηρύσσετο άκυρο. Ετσι πίστεψε το νομοθετικό σώμα πως βρήκε τρόπο να μετατρέπει τα δικαστήρια, από όργανο κατασχέσεως αγροκτημάτων και εργοστασίων προηγουμένως, σε μέσα σεισαχθείας τώρα. Ομως τα δικαστήρια δεν ήσαν στα χέρια των ίδιων στοιχείων όπως το νομοθετικό σώμα, με αποτέλεσμα το Ανώτατο Δικαστήριο της Ρόουντ Αϊλαντ να κηρύξει τον πληθωριστικό νόμο άκυρο και ανυπόστατο - επειδή, όντως, παραβίαζε δικαιώματα ιδιοκτησίας που είχαν εγγυηθεί δια του χάρτου που είχε παραχωρήσει στην Ρόουντ Αϊλαντ ο Βασιλεύς Κάρολος Β' της Αγγλίας! Και, παρ' ότι το νομοθετικό χρησιμοποίησε το εκ του χάρτου προνόμιό του να εξώσει τους δικαστές για την απόφασή τους αυτή, το προηγούμενο δεν έπαυε να ισχύει, και η καλούμενη υπόθεση Τρεβέλυαν της Ρόουντ Αϊλαντ παρέμεινε ένα δεδικασμένο, που χρησιμοποιήθηκε εκτεταμένα αργότερα από την Δεύτερη Δημοκρατία, κηρύξεως από το δικαστήριο αντισυνταγματικής και άκυρης κάθε νομοθετικής πράξεως που δεν έχει την δικαστική έγκριση, και ειδικά όταν αυτή αντιστρατεύεται τα όποια επενδεδυμένα περιουσιακά συμφέροντα.

"Την ανεξαρτησία όταν κέρδισε το έθνος, της Νέας Αγγλίας τ' αφεντικά,
Βρήκανε απέναντί τους δουλευτές και παλληκάρια από πόλεις και χωριά,
Της Κόκκινης Νήσου λοιπόν οι εργάτες στα χέρια τους πήραν το κράτος γερά,
Κι άρχισαν να καταργούνε χρέη και κερδών σοδειά.

Κι ενώ η Κόκκινη Νήσος τα μέτρα παίρνει αυτά, για να λυγίσει λίγο την τόσην απονιά,
Οι δικαστές τα κρίνουν αμέσως άκυρα, στην άκρη για να βάλουν τους νόμους βιαστικά.
Μα η κρίση τους ετούτη στη Νήσο δεν περνά, κι οι δικαστές εμείναν τότε χωρίς δουλειά.
Κι έτσι η πλουτοκρατία στο Κόκκινο Νησί ηττήθηκε και πάλι, κι ας ήταν πονηρή."

        Στο ζήτημα της ανακουφίσεως της εργοστασιακής υποθέσεως, έγιναν προσπάθειες για την αναβίωση της μεταποιήσεως, και δη την αναδιοργάνωση της παλαιάς συνεταιριστικής βάσεως πάνω στην οποία είχαν λειτουργήσει τα μυστικά εργοστάσια πριν από την επανάσταση. Ομως ακόμη και αυτό δεν κατέστη δυνατόν να υλοποιηθεί δια νόμου, παρά χρειαζόταν να γίνει με μιαν αργή διαδικασία εθελοντικής εργασίας μεταξύ των ίδιων των εργατών, που το νονμοθετικό σώμα δεν μπορούσε να κάνει τίποτε περισσότερο από το να την ενθαρρύνει. Παρ' ότι από την άποψη αυτή το νέο νομοθετικό σώμα της Ρόουντ Αϊλαντ δεν επέτυχε και πολλά, οι ψηφοφόροι του προφανώς κατανόησαν την δυσκολία, και ο λαός της Ρόουντ Αϊλαντ αποδείχθηκε τουλάχιστον ανεκτικός και υπομονητικός ως προς αυτό, και υποστήριξε ολόψυχα τα νομοθετικά του όργανα.

         Εν τούτοις, παρά το γεγονός πως το νομοθετικό σώμα της Ρόουντ Αϊλαντ, ως είχε, ουσιαστικά δεν έκανε και πολλά πράγματα προς την κατεύθυνση της υλικής ανακουφίσεως της καταστάσεως, έστω και το λίγο αυτό στάθηκε αρκετό για να πτοήσει τους μεγαλοχρηματιστές και γαιοκτήμονες, όχι μόνο της Ροόυντ Αϊλαντ, παρά και όλων των Ηνωμένων Πολιτειών. Στις γειτονικές πολιτείες, έλαβε χώρα σημαντική προπαγάνδα, που ζητούσε από όλους να απέχουν από την αγορά προϊόντων της Ρόουντ Αϊλαντ, γιατί αυτό θα ενίσχυε τα "κουρελόχαρτα" [το χρήμα της Νήσου], και θα ενεθάρρυνε τον όχλο να καταλάβει την εξουσία παντού. Η προπαγάνδα αυτή όμως είχε το παράδοξο αποτέλεσμα, στην Μασσαχουσέττη και το Κοννέκτικατ, να φαίνεται πως, το θέρος του 1785, οι φτωχότερες τάξεις προτιμούσαν τα μήλα της Ρόουντ Αϊλαντ, και άλλα προϊόντα της που συχνά έφεραν σαφή επισήμανση της προελεύσεώς τους από αυτήν, ενώ οι περισσότερο εύποροι απείχαν πράγματι από ο,τιδήποτε ήταν ύποπτο προελεύσεως από την "Νήσο των Παληανθρώπων."

         155. Η Σύνοδος του Χάτφηλντ.  Το πραξικόπημα της Ρόουντ Αϊλαντ έδωσε πρόσθετη ορμή στις απόπειρες αναδιοργανώσεως τού παληού καλού καθεστώτος της "πολιτικής ανυπακοής" στην Μασσαχουσέττη. Ατυχώς, είχε ως αποτέλεσμα και την διάδοση της εντυπώσεως πως ο τρόπος να στηριχθούν αποφασιστικά οι εργάτες και οι αγρότες ήταν δια του πληθωριστικού χρήματος, εντυπώσεως που φαίνεται πως ήταν τότε τρέχουσα μεταξύ των ευπορωτέρων, όσο και μεταξύ των φτωχότερων και εξεγερμένων τάξεων. Οι πόλεις στην δυτική Μασσαχουσέττη άρχισαν να εκλέγουν αντιπροσώπους για επαρχιακές συνόδους, οργανωμένες σχεδόν με τον τρόπο του 1774, εν πολλοίς μάλιστα και με τους ίδιους ανθρώπους. Μόνο που αυτήν τη φορά δεν υπήρχε πια τόση προσπάθεια μυστικότητας, όπως παλαιότερα. Φυσικά, τους αντιπροσώπους στις επαρχιακές συνόδους δεν τους εξέλεγαν οι νόμιμες δημοτικές συνελεύσεις, παρά κάποιες ειδικές συνελεύσεις που δεν ελάμβαναν υπ' όψη περιουσιακές προϋποθέσεις, όπως αυτές που απαιτούσε το καθεστώς της Κοινοπολιτείας. Το γεγονός όμως πως οι σύνοδοι έπρεπε να υποστηρίζουν πως ήσαν νόμιμα και συνταγματικά σώματα, σήμαινε πως οι πράξεις και οι αποφάσεις τους ώφειλαν για τον σκοπό αυτό να είναι χαμηλών τόνων, και έπρεπε να επιλέγονται αντιπρόσωποι που δεν έτρεφαν τις ίδιες επαναστατικές διαθέσεις με την πλειοψηφία των εκλεκτόρων τους, αλλιώτικα οι σύνοδοι θα διαλύονταν πιθανότατα προτού καν ξεκινήσουν. Γι' αυτό, οι σύνοδοι αναγκάζονταν να εξυπηρετούν τον σκοπό της απλής υποβολής υπομνημάτων παραπόνων με νομική μορφή προς το κοινό και την Πολιτεία, ενώ η διεξαγωγή οποιασδήποτε πραγματικής επαναστατικής δραστηριότητος αναγκαστικά έπρεπε να στηρίζεται σε κάποιαν άλλη οργάνωση. Μια τέτοια ακριβώς οργάνωση εξασφάλισε ο σχηματισμός, μέσω των μυστικών ομάδων των "Τζο Μπούνκερ," των καλούμενων "συμβουλίων," οι οποίες αντιπροσώπευαν τις διάφορες ομάδες εργατών και αγροτών που ήσαν ιδιαίτερα δραστήριες στην πραγματική εξέγερση, και λειτουργούσαν λίγο ή πολύ μυστικά περιμένοντας ένα ανοικτό ξέσπασμα των εχθροπραξιών.

        Η πρώτη από τις επαρχιακές συνόδους που συνήλθε, στην προσπάθεια να αποκαταστήσει μέρος του πλαισίου της παληάς οργανώσεως πολιτικής ανυπακοής, ήταν εκείνη της Επαρχίας Χαμπσάιρ, που συνεδρίασε στο Χάτφηλντ, κοντά στο Νορθχάμπτον, στον Ποταμό Κοννέκτικατ, την Τρίτη, 22 Αυγούστου 1786. Ταυτόχρονα, συγκροτούντο σύνοδοι και για τις τρεις άλλες επαρχίες της δυτικής Μασσαχουσέττης―Φράνκλιν, Μπερκσάιρ και Χάμπντεν―ενώ, στο ανατολικό τμήμα της πολιτείας, δεν είχε ακόμη κριθεί σκόπιμο να οργανωθούν, λόγω των δυκολιών στην επικοινωνία, έως ότου το δυτικό άκρο της πολιτείας σταθεροποιήσει το συνοδικό του σύστημα. Εν τούτοις, ακόμη και στην ανατολική Μασσαχουσέττη, η Επαρχία Μπρίστολ, που ήταν κοντά στην Ρόουντ Αϊλαντ, και που επομένως περίμενε υποστήριξη από το εργατικό νομοθετικό σώμα στα σύνορά της σε περίπτωση δυσκολίας, προχώρησε αμέσως στον σχηματισμό της δικής της πλήρους οργανώσεως πολιτικής ανυπακοής, περιλαμβανομένης της δημιουργίας Επαρχιακής Συνόδου, κάτι που έμοιαζε να θεωρείται τότε το πρώτο βήμα.

        Η Σύνοδος του Χάτφηλντ απέβη απογοητευτική για όσους περίμεναν από αυτήν να ηγηθεί μιας πραγματικής εξεγέρσεως κατά της Κοινοπολιτειακής καταστολής. Στην πραγματικότητα, δεν μπορούσε κανείς να περιμένει και πολλά από μιαν ανοικτή οργάνωση υπό συνεχή επιτήρηση όχι μόνο από τις αρχές της Κοινοπολιτείας, παρά και από το κοινό ολόκληρης της Αμερικής ανά πάσα στιγμή που συνεδρίαζε. Αποδείχθηκε ένα σώμα καθαρώς υποβολής αιτημάτων, όπως ακριβώς ήταν και το Ηπειρωτικό Κονγκρέσσο των Αποικιών στο ξεκίνημά του. Αν και δεν έκανε τίποτε παραπάνω από το να συντάξει μια αίτηση προς τις αρχές της Κοινοπολιτεάς για την ικανοποίηση παραπόνων, οι αρχές της Κοινοπολιτείας πάσχισαν να αποδείξουν πως οι Επαρχιακές Σύνοδοι ήσαν παράνομες συνάξεις, και τις αντιμετώπισαν ως πραγματικές επαναστατικές ενέργειες, υποστηρίζοντας προς τούτο ότι δήθεν η ελευθερία του συνέρχεσθαι την οποίαν εγγυάτο το Κοινοπιλιτειακό σύνταγμα ίσχυε μόνον για το δικαίωμα της συγκλήσεως επισήμων δημοτικών συνελεύσεων, και δεν εκάλυπτε καν τις μη ανεγνωρισμένες δημοτικές συνελεύσεις τις οποίες αντιπροσώπευαν οι Σύνοδοι, επειδή οι συνελεύσεις αυτές περιελάμβαναν και τους απόρους, που η Κοινοπολιτεία αρνείτο να αναγνωρίσει ως ψηφοφόρους! Σε αντίκρυσμα, τόσο οι αντάρτες όσο και οι υποστηρικτές των Συνόδων ανέδειξαν σε μείζον θέμα την ελευθερία του συνέρχεσθαι, και δη του δικαιώματος του λαού να συνέρχεται για να ζητήσει την ικανοποίηση παραπόνων.

        Ομως ούτε κάν αυτό το δικαίωμα δεν αναφερόταν στις αποφάσεις της Συνόδου του Χάτφηλντ. Η Σύνοδος άρχισε αποφαινόμενη πως ήταν συνταγματικό σώμα, και πλήρες μέρος της διοικήσεως της Κοινοπολιτείας, παρ' όλο που στην πραγματικότητα ήταν μια παλινόρθωση της κυβερνήσεως της "Πολιτείας του Κόλπου της Μασσαχουσέττης," την οποία η Κοινοπολιτεία είχε ανατρέψει. Κατόπιν η Σύνδος του Χάτφηλντ προχώρησε στην ανακοίνωση της αντιθέσεώς της προς κάθε μέτρο βίας και επαναστάσεως―δήλωση που λίγοι άνθρωποι, και από τις δύο πλευρές, πίστεψαν ποτέ. Διότι, αν και προφανώς οι πολιτικοί που αποτελούσαν την Σύνοδο το αισθάνονταν, και μια τέτοια δήλωση ήταν πολιτικώς σκόπιμη, ήταν πασίγνωστο πως το σώμα των εκλεκτόρων που αντιπροσώπευε η Σύνοδος του Χάτφηλντ αδημονούσε να ξεκινήσει ένα Νέο Λέξινγκτον και Κόνκορντ. Ενόσω η Σύνοδος Χάτφηλντ μεριμνούσε για την ειρηνική πλευρά του ζητήματος, οι "Τζο Μπούνκερ" προετοιμάζονταν για ένα άμεσο επαναστατικό αγώνα εκ μέρους των εργατών και αγροτών της Μασσαχουσέττης.

        Η Σύνοδος Χάτφηλντ προχώρησε μετά στην προετοιμασία ενός υπομνήματος προς το νομοθετικό σώμα της Κοινοπολιτείας, που εκάλυπτε κάποια μάλλον παράδοξα σημεία, λαμβανομένων υπ' όψη των πραγματικών ζητημάτων που έθιγε. Εν πρώτοις, εζητείτο μια δικαιότερη βάση νομοθετικής εκπροσωπήσεως, με αναφορές στο παράπονο που ακουγόταν πότε πότε στην Μασσαχουσέττη, πως δηλαδή οι νομοθετικές περιφέρειες είχαν ρυθμισθεί επί Κοινοπολιτείας εν όψει αποκλειστικά του πολιτικού πλεονεκτήματος υπέρ των καπιταλιστών, οι οποίοι είχαν ανατρέψει την κυβέρνηση της πολιτικής ανυπακοής, για να εγκαθιδρύσουν την Κοινοπολιτεία. Δεν ήσαν μόνον οι αντάρτες εκείνοι που εξέφραζαν αυτή την διαμαρτυρία. Ελέγετο πως, στο γραφείο μιας εφημερίδας του Χάβερχιλλ, όταν ο Κυβερνήτης Τζέρρυ και η Κοινοπολιτειακή βουλή είχαν διαιρέσει την Κομητεία του Εσσεξ σε απίθανα χωροθετημένες περιφέρειες, κάποιος δημοσιογράφος, δείχνοντας σε ένα σχετικό χάρτη που κρεμόταν στον τοίχο, είχε παρατηρήσει: "Αυτή η περιφέρεια μοιάζει με σαλαμάνδρα," και βάλθηκε να σχεδιάζει τα μάτια και τα πόδια της σαλαμάνδρας, ενώ ο εκδότης του απάντησε: "Πες καλύτερα Τζερρυ-μάνδρα." Εν όψει αυτού του κοινού αισθήματος στην Μασσαχουσέττη πως οι νομοθετικές περιφέρειες δεν αντιπροσώπευαν σωστά τον λαό της πολιτείας, δεν ήταν περίεργο που ένα ειρηνικό σώμα όπως η Σύνοδος του Χάτφηλντ έφθασε να εγείρει θέμα για το ζήτημα της "τζερρυμανδρίσεως," αν και το ζήτημα δεν ενδφιέφερε και πολύ τους αντάρτες, οι οποίοι ήλπιζαν να καταστήσουν τις επαρχιακές συνόδους πράκτορες παλινορθώσεως της "πολιτικής ανυπακοής."

        Στο υπόμνημα της Συνόδου Χάτφηλντ εμφανίζονταν και άλλα παράδοξα θέματα. Επί παραδείγματι, υπήρχε αίτημα μετακινήσεως της κοινοπολιτειακής κυβερνήσεως στο δυτικό τμήμα της πολιτείας―προφανώς για να την απομακρύνουν από την πιεστική επίδραση των μεγαλεμπόρων του θαλάσσιου λιμένα και των καπιταλιστών. ΄Η πάλι, υπήρχε αίτημα εκδόσεως χαρτονομίσματος, απόπειρα, εμφανώς, αντιγραφής του πραξικοπήματος της Ρόουντ Αϊλαντ, που στάθηκε όλως ατυχές από πλείστες απόψεις.

        Το ζήτημα της υποθηκεύσεως των κτημάτων εξετάζετο διεξοδικότερα στο υπόμνημα, αν και δεν υπήρχαν άμεσες υποδείξεις πέραν ενός παγώματος των ενυποθήκων δανείων. Το πιο απίθανο απ' όλα ήταν ένα αίτημα υπέρ της καταργήσεως των Ειρηνοδικείων, συστήματος όλου επαρχιακών δικαστηρίων, που διοικείτο κεντρικά από την Κοινοπολιτεία, για την εκδίκαση υποθέσεων σε σχέση με μικροποσά. Πρόθεση της Συνόδου Χάτφηλντ ήταν πιθανόν οι υποθέσεις αυτές να δικάζονται καλύτερα από δικαστήρια που θα συγκροτούσαν οι τοπικές συνελεύσεις, αλλά το υπόμνημα Χάτφηλντ δεν ανέφερε τίποτε περί αυτού. Εν πάση περιπτώσει, μετά την συντριβή της εξεγέρσεως, η Κοινοπολιτεία κατήργησε όντως τα Ειρηνοδικεία―παρέδωσε όμως τις λειτουργίες τους στο Ανώτερο Δικαστήριο της Κοινοπολιτείας, συγκεντρώνοντάς τες με τον τρόπο αυτόν, αντί να προχωρήσει στην αποκέντρωση που αναμφιβόλως επιθυμούσε η Σύνοδος του Χάτφηλντ.

        Οσο για το ζήτημα των εργατικών εργοστασίων, αγνοήθηκε παντελώς από την Σύνοδο Χάτφηλντ, όπως άλλωστε και από το Ηπειρωτικό Κονγκρέσσο της εποχής της αρχικής επαναστάσεως. Επομένως, από κάθε άποψη, έγινε φανερό ότι σώματα σαν την Σύνοδο Χάτφηλντ, δεν θα χρησίμευαν και πολύ στην παλινόρθωση της παληάς "πολιτικής ανυπακοής," και ασφαλώς δεν θα μπορούσαν να ηγηθούν οποιασδήποτε επαναστατικής ομάδας. Είχαν όμως ως μερικό αποτέλεσμα την αποκρυστάλλωση του αισθήματος προς ορισμένες κατευθύνσεις, καθώς και την θέση του όλου κινήματος υπέρ των εργατικών και αγροτικών δικαιωμάτων σε ένα εκτός νόμου πλαίσιο.

         156. Η Εξέγερση του Νορθχάμπτον.  Η αποτυχία της Συνόδου του Χάτφηλντ ως εργαλείου για την αναδόμηση της "πολιτικής ανυπακοής" έφερε τους ψηφοφόρους της σε μάλλον δύσκολη θέση. Επιπροσθέτως, το επαρχιακό δικαστήριο επρόκειτο να συνέλθει στο Νορθχάμπτον την επομένη Τρίτη, προκειμένου να ψηφίσει την κατάσχεση και άλλων γαιών. Επικρεμόταν επίσης μια πιθανότητα φορολογήσεως με την μορφή καταναγκαστικής εργασίας αντί χρημάτων, γιατί, καθώς η συλλογή χρηματικών φόρων είχε αποβεί δύσκολη σε περίοδο οικονομικής υφέσεως, το νομοθετικό σώμα εξέταζε τώρα την σκοπιμότητα να αναγκάσει τους αγρότες να διϋλίζουν ποτάσσα χωρίς αμοιβή, εις εξόφληση φόρων, και η καταναγκαστική αυτή εργασία ήταν κάτι που ούτε καν η στρατιωτικές δικτατορίες του Ανδρος ή του Γκαίητζ δεν είχαν ποτέ επιχειρήσει στην Νέαν Αγγλία.

        Η μυστική επαναστατική οργάνωση αποφάσισε αμέσως πως έπρεπε να προχωρήσει σε άμεση δράση, εάν ήθελε να αποφύγει περαιτέρω κατασχέσεις στην Επαρχία Χαμπσάιρ. Το πρωί της Τρίτης*, 29 Αυγούστου 1786, μία μόλις εβδομάδα μετά την αποτυχία στο Χάτφηλντ, ανεμένετο στο Νορθχάμπτον η τακτική συνεδρίαση του Ειρηνοδικείου. Ομως, εκείνο το πρωινό, η κεντρική πλατεία του Νορθχάμπτον, και όλοι οι γειτονικοί δρόμοι, είχαν γεμίσει με κόσμο από ολόκληρη την Επαρχία Χαμπσάιρ, σε στρατιωτικό σχηματισμό, οπλισμένους και οργανωμένους σαν τακτική πολιτοφυλακή―σε μεγάλη έκταση επρόκειτο όντως για την ίδια ομάδα ανδρών του λεπτού, που η Επαρχία Χαμπσάιρ είχε αποστείλει στην πολιορκία της Βοστώνης, ένδεκα χρόνια νωρίτερα. Η εμφάνιση αυτής της στρατειάς υπήρξε μεγάλος αιφνιδιασμός για όλους όσοι δεν συνεδέοντο άμεσα με τις μυστικές επαναστατικές οργανώσεις, ώστε είναι πολύ πιθανόν τα μέλη της Συνόδου Χάτφηλντ να μη εγνώριζαν τίποτε περί της υπάρξεώς της―ενώ λιγότερο απ' όλους την περίμεναν οι δικαστές του Ειρηνοδικείου, ή και όσοι άλλοι είχαν σχέση με τις κοινοπολιτειακές αρχές. Δεν έγινε καμμία απόπειρα οιασδήποτε διαδηλώσεως, ή προβολής απαιτήσεων στις Πολιτειακές αρχές―στους δικαστές όμως, όταν έφθασαν στο Νορθχάμπτον, δεν επετράπη να πλησιάσουν το δικαστικό μέγαρο. Κατόπιν ματαίων προσπαθειών να στρατολογήσουν εθελοντές προκειμένου να ανοίξουν δρόμο στους δικαστές για να πάνε στο δικαστήριο, αναγκαστικά εγκατέλειψαν κάθε προσπάθεια συνεδριάσεως, και τα "συμβούλια" έμειναν μόνοι υπεύθυνοι της Επαρχίας Χαμπσάιρ. Το κόκκινο λάβαρο με το πεύκο επικράτησε και πάλι στην εξέγερση της Μασσαχουσέττης.

            Αυτή η εξέγερση του Νορθχάμπτον σημαδεύει μια καμπή στην παγκόσμια ιστορία, γιατί, από της ανόδου του κεφαλαιοκρατικού συστήματος, αυτή ήταν η πρώτη φορά που επιχειρήθηκε ποτέ εξέγερση ενάντια στο σύστημα σαν τέτοιο από τα άπορα στοιχεία του πληθυσμού κατά των οικονομικά κρατούντων, και η πρώτη φορά στην παγκόσμια ιστορία που οι καλούμενοι "ελεύθεροι" εργάτες προχώρησαν σε εξέγερση κατά των προσπαθειών των δυνάμεων του κεφαλαίου να τους ασκήσουν τυραννία και να κερδοσκοπήσουν εις βάρος τους. Στην μετέπειτα ιστορία του ίδιου οικονομικού συστήματος έμελλε να γίνουν πολλές φορές παρόμοιες απόπειρες σε ποικίλες περιστάσεις και με ποικίλες μεθόδους και σε πολλές χώρες, όμως η πρωτοπόρος απόπειρα του είδους έγινε την αλησμόνητη εκείνη ημέρα, 29 Αυγούστου 1786, όταν μια στρατειά εργατών και αγροτών στο Νορθχάμπτον της Μασσαχουσέττης ύψωσε το κόκκινο λάβαρο με το πεύκο επάνω από την Επαρχία Χαμπσάιρ.

"Της Γης του Κόλπου ο λαός
Στα πλούτη εμπρός δεν σκύβει,
Κι η Νέα Αγγλία ολάκαιρη
Ξανά τ' αφεντικά συντρίβει.
Στη Γη του Κόλπου οι μάζες
Το κόκκινο λάβαρο κρατώντας ψηλά,
Ξεσηκωθήκαν για των εργατών τα δίκαια
Για πρώτη στον κόσμο φορά."

        Η τόλμη ενός τέτοιου ξεσηκωμού ήταν αρκετή για να τρομάξει τους μεγάλους γαιοκτήμονες και χρηματιστές σε ολόκληρες τις Ηνωμένες Πολιτείες, και οι Κινγκινάτοι, που μηχανορραφούσαν με ζήλο από το τέλος ήδη του πολέμου της ανεξαρτησίας πώς να ανατρέψουν την Πρώτη Δημοκρατία, άρχισαν τώρα να εργάζονται πυρετωδώς προκειμένου να καταστρώσουν τα σχέδιά τους για μιαν αντεπανάσταση. Ο τύπος των Ηνωμένων Πολιτειών, ελεγχόμενος καθώς ήταν φυσικά από ανθρώπους με κάποιο κεφάλαιο και άλλη περιουσία, που θα μπορούσαν να την χάσουν με τέτοιες ανήκουστες εξεγέρσεις, τύπωσαν καταγγελίες των επαναστατών της Μασσαχουσέττης σε κάθε άκρη της χώρας. Οσο περισσότερο καταγγέλλονταν οι αντάρτες, τόσο κέρδιζαν περισσότερους οπαδούς σε άλλες Πολιτείες πέραν της Μασσαχουσέττης, με αποτέλεσμα να εκδηλωθούν σποραδικές εξεγέρσεις συμπαθείας προς τους αντάρτες της Μασσαχουσέττης λίγο μετά τον Ξεσηκωμό του Νορθχάμπτον, στο Εξετερ του Νέου Χαμπσάιρ, στο Κοννέκτικατ, στην Πωουκήπση της Πολιτείας της Νέας Υόρκης, μέχρι και σε μερικά μέρη του Βέρμοντ. Καμμία από αυτές, εν τούτοις, δεν διέθετε προσεκτικά σχεδιασμένο αιφνιδιαστικό χαρακτήρα, και καμμιά τους δεν επέτυχε τίποτε περισσότερο από του να δείξει με ποιανού το μέρος ήταν η κοινή γνώμη, ενώ κατά τα άλλα μάλλον εζημίωσαν τις πιθανότητες οριστικής εξεγέρσεως στις πολιτείες αυτές. Η Ρόουντ Αϊλαντ, εξ αιτίας του πολιτικού πραξικοπήματός της, ήταν επισήμως, σε κάποια ορισμένη έκταση, φιλικά διακείμενη προς τους αντάρτες της Μασσαχουσέττηςτουλάχιστον το νομοθετικό σώμααν και η ίδια η Ρόουντ Αϊλαντ, όπου είχε επιχειρηθεί μάλλον η κατάληψη της παληάς κυβερνήσεως, παρά η συγκρότηση μιας εντελώς νέας, δεν τα πολυπήγαινε καλά με τον βαρύ μηχανισμό που οι νομοθέτες της πάσχιζαν να χειρισθούν.

        Ενα καλό παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο ο τύπος γενικά κατήγγελλε την εξέγερση στην Μασσαχουσέττη μας δίνεται από ένα στιχάκι κατά του ξεσηκωμού και των πιθανολογουμένων ηγετών του, που εμφανίσθηκε τότε στην Εφημερίδα της Πεννσυλβανίας, στην Φιλαδέλφεια. Η ιδέα ήταν πως ένα "Ποιητικό Αλφαβητάρι" θα εξυπηρετούσε ωραία την μνημόνευση των ανταρτών αυτών ως φρικτού παραδείγματος, και ως τμήμα του υπό σκέψιν "αλφαβηταρίου" επροτείνετο:

"Ρ είναι για τους Ρέμπελους, του όχλου ξεσηκωτές.
Σ είναι για τον Σατανά, τον Σμιθ, τον Σάττουκ, και τον Σαίης."

        Ομως ούτε ο Δανιήλ Σαίης, που ήταν ο λοχαγός του επαναστατικού στρατού της Επαρχίας Χαμπσάιρ που κατέλαβε το Νορθχάμπτον, ούτε κανείς από τους άλλους επαναστάτες δεν θίχθηκε στο παραμικρό από αυτή τη χολή, που ενίσχυσε μάλλον την υπόθεσή τους, αντί να την βλάψει. Αρχισε έτσι μια καινούργια επανάσταση υπέρ των αρχών της πρώην Ομοσπονδίας Πενακούκ, λιγότερο από πέντε μίλια μακρυά από το σημείο όπου είχε οργανωθεί αρχικά η ίδια η Ομοσπονδία των Πενακούκων, και όχι μακρυά από την όχθη του Ποταμού Κουιννιτούκετ, του ποταμού της ελευθερίας του λαού των Πενακούκων―μια επανάσταση που έμελλε να είναι η πρώτη του είδους της, σε ολόκληρη την ιστορία της υφηλίου.

"Το πνεύμα αυτό, που χτύπησε πρώτο για Λευτεριά
Κάτω από το όρος Νονοτούκ που ονόμαζαν παληά,
Πλάι στον Κουιννιτούκετ, στην πρώτη του φωληά,
Εδώ στην Νέα Αγγλία εστοίχειωσε ξανά."

        157. Η Εξάπλωση της Εξεγέρσεως Σαίης.  Είδαμε πώς το παράδειγμα της Εξεγέρσεως του Σαίης κατέληξε να αποκτήσει οπαδούς ακόμη και εκτός Μασσαχουσέττης, αν και χωρίς την ίδια υπόγεια κατεύθυνση που είχε στην περίπτωση της Μασσαχουσέττης, με μόνο αποτέλεσμα κάποιους άγονους και άσκοπους ξεσηκωμούς στις διάφορες άλλες πολιτείες. Στην Περιφέρεια του Μαίην, που αποτελούσε ασυνεχή κτήση της Μασσαχουσέττης, και είχε παραμείνει τέτοια από τον καιρό της άθλιας δικτατορίας του Σερ Εδμόνδου Ανδρος το 1689, την ίδια εποχή με την Εξέγερση Σαίης εμφανίσθηκε ένα χωριστικό κίνημα, με τον σκοπό να δημιουργήσει στο Μαίην μια ξεχωριστή Πολιτειακή κυβέρνηση, ανεξάρτητη από το Κοινοπολιτειακό καθεστώς της Μασσαχουσέττης.

        Στο μεταξύ όμως, η ίδια η Εξέγερση Σαίης, στην καθεαυτού Μασσαχουσέττη, εξαπλωνόταν, και κατά τις αρχές του φθινοπώρου του 1786 οι δυτικές επαρχίες της Μασσαχουσέττης είχαν περάσει από τα ίδια στάδια όπως η Επαρχία Χαμπσάιρ, έχοντας αντιμετωπίσει πρώτα μια αποτυχημένη σύνοδο για την αποστολή αιτήσεως επανορθώσεως προς τις Κοινοπολιτειακές αρχές, και κατόπιν μια οργανωμένη εξέγερση υπό τα "συμβούλια," έτσι που ολόκληρο το δυτικό ήμισυ της Μασσαχουσέττης, αποτελούμενο από τις τέσσερις επαρχίες, Μπερκσάιρ, Χάμπντεν, Χαμπσάιρ, και Φράνκλιν, τελούσε σε ενεργή ξεσηκωμό, με τον λαό συνολικά να υπακούει με κοινή συναίνεση στα επαναστατικά συμβούλια και όχι στην επίσημη κυβέρνηση της Κοινοπολιτείας της Μασσαχουσέττης. Στην περίπτωση της επαρχίας Χάμπντεν, παρουσιάσθησαν επιπλοκές με την ύπαρξη ενός ομοσπονδιακού οπλοστασίου στο Σπρίνγκφηλντ, που είχε αρχικά υπάρξει ένα από τα κρίσιμα εργοστάσια του μυστικού εργατικού εργοστασιακού συστήματος της περασμένης πολιτικής ανυπακοής. Αλλά, καθώς τώρα ανήκε στο Ηπειρωτικό Κονγκρέσσο, οι αντάρτες αναγνώριζαν την ουδετερότητά του, εφ' όσον θεωρούσαν εαυτούς εξεγερμένους κατά της Κοινοπολιτείας, και όχι κατά της ίδιας της Πρώτης Δημοκρατίας, καίτοι δεν έτρεφαν και μεγάλο σεβασμό ούτε και για το Ηπειρωτικό Κονγκρέσσο.

        Στις περιοχές που τυχόν έπεφταν στα χέρια των αναταρτών, το πρώτο που γινόταν ήταν να απαγορευθούν όλες οι τακτικές συνεδριάσεις της Κοινοπολιτείας, οι οποίες αντικαθίσταντο από δημοτικές συνελεύσεις και συνεδριάσεις των τοπικών συμβουλίων. Κατ' επέκτασιν του ιδίου αυτού προγράμματος, όλοι οι δικηγόροι, και, πολλές φορές, ακόμη και οι πολιτικοί υπάλληλοι της Κοινοπολιτείας, εξορίζοντο από την επικράτεια των ανταρτών. Σε μερικές πόλεις μάλιστα, κυνηγήθηκαν κατά όλως δραματικό τρόπο, με την δέουσα αναφορά από τους δράστες προς το επαναστατικό συμβούλιο ότι "αυτοί ακόμα τρέχουν." Κατόπιν ερχόταν η καταστροφή των τυχόν δικαστικών αρχείων στις επαρχίες που είχαν καταλάβει οι αντάρτες - έργο που εξετέλεσαν τόσο αποτελεσματικά, ώστε, σήμερα, το μεγαλύτερο μέρος της Μασσαχουσέττης στερείται δικαστικών αρχείων προ του 1786, και πολλά δικαστικά προηγούμενα που η Κοινοπολιτεία είχε μοχθήσει να συγκεντρώσει προς καταπίεση των απόρων διαγράφησαν οριστικά. Γεωργικές γαίες που είχαν κατασχεθεί αποδόθησαν εν πολλοίς στους προηγουμένους ιδιοκτήτες, και οι μεγαλοϊδιοκτησίες που συγκροτούσε η Κοινοπολιτεία από τον καιρό της επικρατήσεώς της κατατεμαχίσθησαν και πάλι. Ατυχώς, λίγα πράγματα μπορούσαν να γίνουν για την αποκατάσταση των εργατικών εργοστασίων, καθώς η καλύτερη σχετική ευκαιρία -το Οπλοστάσιο του Σπρίνγκφηλντ- έπρεπε αναγκαστικά να παραμείνει άθικτο, για να μη δοθεί η εντύπωση κηρύξεως πολέμου κατά της Πρώτης Δημοκρατίας στο σύνολό της, που αλλιώτικα θα παρέμενε ουδέτερη.

        Αν και θα φαινόταν πως η αρχική κινητήρια δύναμη για την εξέγερση προερχόταν από την Επαρχία Μιντλέσεξ, δεν θεωρήθηκε σκόπιμο από τα συμβούλια να επιχειρηθεί ανοικτή στάση στο ανατολικό τμήμα της Μασσαχουσέττης μέχρι να παγιωθεί καλά η επανάσταση στο δυτικό τμήμα της πολιτείας, καίτοι στις Επαρχίες Μιντλέσεξ και Γουόρσεστερ οργανώνονταν κρυφές αντάρτικες ομάδες. Στρατιωτικές μονάδες που στέλνονταν να καταστείλουν τις εξεγέρσεις στην δυτική Μασσαχουσέττη εξαφανίζοντο μυστηριωδώς καθ' οδόν, ενώ διέσχιζαν τις Επαρχίες Μιντλέσεξ και Γουόρσεστερ.

        Εν τούτοις, μόλις η δυτική Μασσαχουσέττη βρέθηκε υπό τον έλεγχο των ανταρτών (καίτοι υφιστάμενη συχνές επιδρομές, όπως και η "πολιτική ανυπακοή" προπολεμικά), ήλθε το πρώτο ξέσπασμα αντάρτικης δραστηριότητας στο ανατολικό μέρος της πολιτείας, όχι από το Μιντλέσεξ, που παρέσχε την πρωτοβουλία της εξεγέρσεως, παρά από την Επαρχία Μπρίστολ, και αυτό μάλλον εν μέρει εξ αιτίας του ότι το Μπρίστολ είχε υπάρξει ένα από τα κέντρα για τα εργατικά εργοστάσια της εποχής του πολέμου, και στο Νέο Μπέντφορντ επιχειρείτο ήδη από τους καπιταλιστές η κατασκευή του δικού τους βαμβακόμυλου "κλώστρα τζέννη," και επομένως κάποιος λόγος υπήρχε στην Επαρχία Μπρίστολ για να ενεργοποιηθεί ουσιαστικά η εργατική πλευρά της εξεγέρσεως. Από πλευράς τακτικής, όμως, τα επαναστατικά συμβούλια θεωρούσαν το Μπρίστολ καλή αφετηρία για την ανατολική Μασσαχουσέττη, εν πολλοίς λόγω της γειτονίας του με την Ρόουντ Αϊλαντ, όπου είχε ήδη συντελεσθεί ένα πολιτικό πραξικόπημα υπέρ των εργατών και των αγροτών, και η οποία, πέραν της ηθικής υποστηρίξεως, θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως καταφύγιο σε περίπτωση αποτυχίας. Επίσης, αναβάλλοντας τον ξεσηκωμό στο Μιντλέσεξ κατά το δυνατόν περισσότερο, το πραγματικό κέντρο της εξεγέρσεως, στο Γκρότον της Επαρχίας Μιντλέσεξ, μπορούσε να συνεχίζει την δράση του χωρίς να εγείρει υποψίες και χωρίς να υφίσταται τις εφόδους της πολιτοφυλακής που έπλητταν την ανοικτά επαναστατημένη περιοχή.

        Ετσι η εξέγερση της ανατολικής Μασσαχουσέττης εγκαινιάσθηκε νωρίς τον Νοέμβριο με μια σύνοδο και ένα ξεσήκωμα στην Τώντον, κατά το παράδειγμα της Επαρχίας Χαμπσάιρ, και η σύρρξη αυτή εκράτησε οριστικά εκτός Επαρχίας Μπρίστολ τις αρχές της Κοινοπολιτείας. Στην συνέχεια του γεγονότος αυτού, οι αντάρτες στο δυτικό μέρος της πολιτείας άρχισαν μια πορεία προς ανατολάς, για να ενωθούν με τους ανατολικούς συμμάχους των του Μπρίστολ, οι οποίοι προέλαυναν προς βορράν για τον ίδιο σκοπό.

        Η κρίσιμη περιοχή της ανατολικής πορείας από την δυτική Μασσαχουσέττη ήταν η Επαρχία Γουόρσεστερ, που χώριζε πραγματικά το ανατολικό από το δυτικό τμήμα της πολιτείας. Και, προκειμένου να εμποδίσει να συμβούν εκεί οι πανεπαρχιακές εξεγέρσεις του ιδίου τύπου από την έδρα της επαρχίας, όπως είχε γίνει στις τέσσερις δυτικές επαρχίες και στο Μπρίστολ, μια φρουρά κοινοπολιτειακής πολιτοφυλακής είχε στρατοπεδεύσει στην κωμόπολη Γουόρσεστερ από τον Νοέμβριο. Υποτίθετο πως, από αυτό το κέντρο, θα ήταν δυνατόν να ελέγχει την επαρχία ώστε να προλάβει οποιαδήποτε σύνοδο ή ανταρσία εκεί. Στην πραγματικότητα, η πολιτοφυλακή περιπολούσε συνεχώς την επαρχία, με κέντρο το Γουόρσεστερ, αναζητώντας τυχόν αντάρτικα στρατεύματα προς εξουδετέρωση. Αλλά, καθώς δεν υπήρχε τρόπος να διακρίνει κανείς ένα αντάρτικο στράτευμα από μιαν ομάδα αγροτών που δούλευαν στα χωράφια, τα στρατεύματα αυτά δεν βρέθηκαν ποτέ, μέχρι που η φρουρά του Γουόρσεστερ ξύπνησε το πρωί της Τρίτης, 30 Νοεμβρίου, βρίσκοντας την κωμόπολη πολιορκημένη από αντάρτικα στρατεύματα, όχι μόνον από την Επαρχία Γουόρσεστερ, αλλά από ολόκληρη την πολιτεία.

        Εν τω μεταξύ, το Μιντλέσεξ, σε επαφή πλέον με το δυτικό τμήμα της πολιτείας μέσω της αντάρτικης δραστηριότητας στην Επαρχία Γουόρσεστερ, άρχισε να παρουσιάζει δική του δράση. Εδώ μάλιστα επικεντρώθηκε ουσιαστικά η εξέγερση, όπως ακριβώς στο Μιντλέσεξ είχε συσταθεί το επιτελείο της ανυπακοής προεπεναστατικά, και όπως επίσης εδώ είχαν συμβεί οι πρώτες ταραχές της Αμερικανικής Επαναστάσεως. Οταν επιχειρήθηκε να δυνεδριάσει το δικαστήριο στο Κόνκορντ, μια μεγάλη δύναμη "ρυθμιστών" (όπως αυτοαποκαλείτο το αντάρτικο στράτευμα) εμφανίσθηκε στην πόλη, επισκέφθηκε τον δικαστή στο πανδοχείο όπου έμενε, και τον εξαπέστειλε στην Βοστώνη. Κατόπιν οι αξιωματικοί του αντάρτικου τμήματος στάθηκαν στην κεντρική πλατεία και απηύθυναν κάλεσμα για εθελοντές. Ο Ιώβ Σάττουκ, καταγόμενος από το Γκρότον, όπου η οργάνωση των Οκαμακαμμεσσέτων δρούσε μυστικά από την εποχή του Μεγάλου Πολέμου του Οχάιο, ο οποίος έλεγαν πως ήταν κατά το ένα τέταρτο Οκαμακαμμεσσέτος εξ αίματος, και ήταν επίσης ένα από τα ιθύνοντα πνεύματα που κινούσαν την εξέγερση, ήταν ο κεντρικός ομιλητής εν προκειμένω, που κάλεσε σε γενική κατάσχεση, πρώτον όλων των χρεών, και δεύτερον όλων των άλλων μεγαλοϊδιοκτησιακών προνομίων, βάσει της θεωρίας προφανώς πως η "αναδιανομή" εξ υπαρχής θα ήταν η σωστή θεραπεία για την κατάσταση. Λέγεται, πράγματι, πως σε κάποια περίσταση ο Σάττουκ αποδοκιμάσθηκε ζωηρά, όταν ξαναμμένος υποστήριξε "Ηρθε η ώρα να καταργήσουμε όλα τα χρέη και να ξεκινήσουμε απ' την αρχή," με την απάντηση από το ακροατήριο: "Καλά τα λες, Ιώβ! Ξέρουμε πολύ καλά για τα δυό κτήματα που χρωστάς ακόμα!" Ο Σάττουκ όμως, και μερικοί άλλοι ομιλητές, όπως ο Σμιθ και ο Πάρκερ, που τον διεδέχθησαν στο βήμα, κατάφεραν να στρατολογήσουν αρκετούς εθελοντές από την ίδια πόλη, η οποία, λιγότερο από είκοσι χρόνια πριν, είχε καταφέρει ένα συντριπτικό κτύπημα κατά των δυνάμεων της κατεστημένης εξουσίας.

        Οι αρχές της Κοινοπολιτείας, επωφελούμενες από το γεγονός ότι η Επαρχία Μιντλέσεξ συνορεύει με την Βοστώνη, συνεκάλεσαν ξανά συνεδρίαση του δικαστηρίου για την Επαρχία Μιντλέσεξ στο Λέτσμηαρς Πόιντ, μιαν ελώδη περιοχή στην ακτή του Ποταμού Καρόλου από την μεριά του Καίμπριτζ, εξαιρετικά δυσπρόσιτη από το καθεαυτού Μιντλέσεξ, καίτοι ονομαστικά τμήμα αυτής της επαρχίας, ορατή όμως και σε απόσταση βολής από τον Λόφο Μπήκον της Βοστώνης. Αυτό είχε το επιθυμητό αποτέλεσμα να θέσει το δικαστήριο εκτός κινδύνου από τους αντάρτες, αν και η τοποθεσία ήταν άκρως άβολη και απόμερη. Η θέση, πράγματι, αυτή, μακριά από το κύριο σώμα της επαρχίας, ήταν, υπό συνθήκες εξεγέρσεως, χαρακτηριστικό επιθυμητό από την άποψη των αρχών. Από εδώ, εξεδόθησαν εντάλματα που κατηγορούσαν επί προδοσία τον Ιώβ Σάττουκ και αρκετούς ακόμη από τους ηγέτες του ξεσηκωμού στο Κόνκορντ. Εχει ενδιαφέρον, εν προκειμένω, να προσεχθεί ότι τα δικαστήρια στην Επαρχία Μιντλέσεξ παρέμειναν έως σήμερα εκεί που κατέφυγαν κατά την Εξέγερση Σαίης, στην πρώην τοποθεσία του Λέτσμηαρς Πόιντ (προσχωμένη ήδη και γνωστή ως Ανατολικό Καίμπριτζ) -σε μιαν απόμερη γωνιά όσον αφορά την Επαρχία Μιντλέσεξ, σχεδόν όμως στην σκιά του Κυβερνείου της Βοστώνης.

        Μόλις εξεδόθησαν τα εντάλματα αυτά, ο κυβερνήτης κάλεσε αμέσως σε στρατολόγηση ειδικού στρατεύματος προς εκτέλεσή τους, με έδρα την Βοστώνη. Επιχειρήθηκε επίσης να χρησιμοποιηθεί το Οπλοστάσιο του Σπρίνγκφηλντ, που έως τότε εθεωρείτο και από τα δύο μέρη ουδέτερο έδαφος, ως σημείο συγκεντρώσεως αντεπαναστατών νεοσυλλέκτων από το δυτικό τμήμα της πολιτείας. Οι περισσότεροι από αυτούς προήρχοντο κυρίως από οικογένειες εμπόρων της αμέσου γειτνιάσεως με την Βοστώνη. Εν τω μεταξύ, ακόμη και η ίδια η επαρχία της Βοστώνης, το Σάφφολκ, δεν παρέμεινε εντελώς ανεπηρέαστη από την εξέγερση, αφού το ακρότατο τμήμα της επικρατείας που περιελάμβανε τότε το Σάφφολκ σχημάτιζε μια φέτα μεταξύ των εξεγερμένων επαρχιών Γουόρσεστερ και Μπρίστολ, και συνόρευε με την Ρόουντ Αϊλαντ, που ήταν φιλική προς τους αντάρτες της Μασσαχουσέττης. Ετσι, στο άκρο αυτό της επαρχίας, υπήρχε μια κάποια κίνηση υπέρ των ανταρτών, αν και όχι καλά συντονισμένη και οργανωμένη, αρκετή πάντως για να εγκαταστήσει μια γραμμή επικοινωνίας μεταξύ των ανταρτικών δυνάμεων στην δυτική Μασσαχουσέττη, και εκείνων στο νότιο τμήμα της πολιτείας, δηλαδή στην Επαρχία Μπρίστολ. Η κοινοπολιτειακή κυβέρνηση στην Βοστώνη βρέθηκε έτσι, στις αρχές Δεκεμβρίου του 1786, να απειλείται από τους αντάρτες τόσο από βορειοδυτικά (Μιντλέσεξ) όσο και από νοτιοδυτικά (από τις φιλοανταρτικές πόλεις του Σάφφολκ, ενώ ο κορμός της πολιτείας τελούσε υπό τον ανταρτικόν έλεγχο, εν πολλοίς όμως κατά τον τρόπο της παληάς καλής "πολιτικής ανυπακοής," αφού, δηλαδή, ο έλεγχος δεν ήταν πλήρης, επιτρέποντας στις αρχές μια κάποια ευχέρεια διελεύσεως, αποκλείοντας όμως, στην ανταρτοκρατούμενη περιοχή, την συνεδρίαση του δικαστηρίου ή την εφαρμογή δικαστικών ενταλμάτων από μέρους της Κοινοπολιτείας.

        Αυτή ήταν η κατάσταση εναντίον της οποίας η Κοινοπολιτεία κινητοποιούσε τους νεοσυλλέκτους εθελοντές της, ενόσω, στην επαρχία Μιντλέσεξ, μόλις λίγα μίλια στην απέναντι πλευρά του Ποταμού Καρόλου, ένας αντάρτικος στρατός εργατών και αγροτών συγκεντρωνόταν στο Κόνκορντ, έτοιμος για την τελική προέλαση στην Βοστώνη. Οι δυο δυνάμεις συναντήθηκαν στο Μπέντφορντ, μια κωμόπολη του Μιντλέσεξ στα μισά της αποστάσεως μεταξύ Κόνκορντ και Λέξινγκτον. Καθώς η Εξέγερση Σαίης δεν είχε δυστυχώς αναπτύξει το ίδιο είδος αποτελεσματικού κατασκοπευτικού συστήματος με την πολιτική ανυπακοή του 1775, οι αντάρτες βρέθηκαν απροετοίμαστοι να αντιμετωπίσουν μια πολιτοφυλακή τόσο μεγάλη, όσο εκείνη που καραδοκούσε.

        158. Ηττα της Εξεγέρσεως.  Ετσι, παρ' ότι οι ρυθμιστές είχαν στην διάθεσή τους μια στρατιωτική δύναμη πραγματικά μεγαλύτερη από την όποια άλλη θα ήταν σε θέση να αντιπαρατάξει η Κοινοπολιτεία, ήσαν εν προκειμένω τόσο απροετοίμαστοι να αντιμετωπίσουν τον αντίπαλο, όσο ήταν η ίδια η Κοινοπολιτεία έναντι των ανταρτών τον περασμένο Αύγουστο. Οι "ρυθμιστές" ήσαν τώρα διεσπαρμένοι ισοδύναμα στο μεγαλύτερο μέρος της Μασσαχουσέττης, ενώ η κοινοπολιτειακή πολιτοφυλακή ήταν συγκεντρωμένη στο νοτιοανατολικό Μιντλέσεξ. Ετσι, η μάχη που ακολούθησε στο Μπέντφορντ υπήρξε μια σαρωτική νίκη για την Κοινοπολιτεία, και μια ήττα που οι αντάρτες θα μπορούσαν πιθανότατα να είχαν αποφύγει, εάν είχαν δώσει την ίδια προσοχή στο σύστημα της κατασκοπείας τους, όση και στην λοιπή τους οργάνωση. Συνήθως εκείνοι που έχουν να κάνουν περισσότερο με την νίκη ή την ήττα στους πολέμους είναι οι κατάσκοποι, παρά οι πραγματικά μάχιμες δυνάμεις, και στην περίπτωση αυτή, η έλλειψη προσοχής σε αυτό το σκέλος της δράσεως αποδείχθηκε μοιραία για τις αντάρτικες δυνάμεις. Η ήττα των ανταρτών υπήρξε ολοσχερής, ενώ η κοινοπολιτειακή πολιτοφυλακή σάρωσε στο Μιντλέσεξ, και τα εντάλματα για τον Ιώβ Σάττουκ και τους υπόλοιπους καταζητούμενους αντάρτες εξετελέσθησαν. Ο Σάττουκ συνελήφθη στο σπίτι του στο Γκρότον, και κρατήθηκε για να δικασθεί μετά την καταστολή της ανταρσίας, γιατί η κοινοπολιτειακή διοίκηση είχε ήδη αναστείλει τα δικαιώματα προσφυγής στον φυσικό δικαστή προκειμένου περί προφυλακίσεως.

        Στο μεταξύ, οι αρχές της Κοινοπολιτείας προσεφέροντο να διευθετήσουν ειρηνικά όλα τα παράπονα όσων από τους εργάτες και τους αγρότες θα εγκατέλειπαν την ανταρσία, και θα έθεταν τα ζητήματά τους στην ειρηνική διαδικασία -όχι πως υπήρχε όντως καμμία πρόθεση από μέρους των αρχών για κάτι τέτοιο, η υπόσχεση όμως είχε ως αποτέλεσμα να στερήσει από τους αντάρτες την υποστήριξη πολλών αγροτών της κεντρικής Μασσαχουσέττης, ψυχραίνοντας κάπως τον επαναστατικό τους ενθουσιασμό. Αυτό αδυνάτισε την θέση των ανταρών, και η προέλαση της πολιτοφυλακής συνεχίσθηκε δια μέσου της Επαρχίας Γουόρσεστερ με αμείωτη ταχύτητα, ενώ οι "ρυθμιστές" αποσύρθησαν στο δυτικό τμήμα της πολιτείας, όπου συνεκέντρωσαν τις δυνάμεις τους, αν και με μικρότερη από πριν υποστήριξη, αφού υπήρχαν πολλοί που ήλπιζαν σε κάποια ειρηνική διευθέτηση. Οι εργάτες, περισσότερο προσκολημένοι στην εξέγερση, είχαν επίσης σε κάποια έκταση κερδηθεί από τις αρχές, όταν, μετά την ανακατάληψη των ανατολικών και κεντρικών επαρχιών από μέρους της Κοινοπολιτεία, άνοιξαν οι δουλειές, με την ανοικοδόμηση των εργοστασίων και την εργοστασιακή δουλειά στους χώρους που ανήκαν προηγουμένως στους εργάτες, αλλά είχαν κατασχεθεί από τους κεφαλαιούχους δανειστές. Η εξέγερση υπήρξε ένας ξεσηκωμός σε περίοδο οικονομικής υφέσεως, όταν η έλειψη εργασίας ήταν ένα από τα κύρια παράπονα των εργατών, και οποιοσδήποτε μπορούσε να προσφέρει σημαντική απασχόληση -έστω και αν δεν επρόκειτο παρά για προσωρινή και επείγουσα εργασία- μπορούσε να τσακίσει αποτελεσματικά τη ραχοκοκκαλιά της όποιας εξεγέρσεως από μέρους των εργατών.

        Εν τούτοις, ο ξεσηκωμός δεν είχε διόλου κατασταλεί. Είχε απλώς "στριμωχτεί." Ακόμη και στα μέρη της πολιτείας που είχε ανακαταλάβει η Κοινοπολιτεία, το αντάρτικο συντηρήθηκε επί πολύ χρόνο, ενώ το κυνήγημα του κύριου στρατεύματος των ρυθμιστών προς δυσμάς είχε ως αποτέλεσμα απλώς την συγκέντρωση των δυνάμεών τους. Οι αντάρτες ηττήθησαν και πάλι στο Ουίλμπραχαμ, αφήνοντας τον δρόμο ανοικτό στο νότιο τμήμα του μετώπου, αν και η λοφώδης φύση του πεδίου καθιστούσε δύσκολη μια τέτοια προέλαση στο υπόλοιπο του μετώπου. Στην Επαρχία Χαμπσάιρ, που αντιπροσώπευε το κέντρο του νέου πολεμικού μετώπου, μια νέα "επαρχιακή σύνοδος" συγκεντρώθηκε στο Χάντλεϋ, αποτελούμενη ως επί το πολύ από τους ίδιους ανθρώπους που είχαν παραστεί στην περίφημη Σύνοδο Χάτφηλντ, και η σύνοδος Χάντλεϋ προέτρεψε τους αντάρτες να παραδοθούν και να διευθετήσουν τις διαφορές με ειρηνικά μέσα. Η συμβουλή τους, ευτυχώς, δεν εισηκούσθη, και η Σύνοδος Χάντλεϋ γνώρισε την γελοιοποίηση αμφοτέρων των πλευρών στην εξέγερση υπό τον τίτλο "Οι Νεκροθάφτες."

        Στην φάση αυτή, η Κοινοπολιτεία προσπάθησε να διεκπεραιώσει το σχέδιο χρησιμοποιήσεως του Οπλοστασίου του Σπρίνγκφηλντ ως σημείου συγκεντρώσεως νεοσυλλέκτων της πολιτοφυλακής. Οι αντάρτες ήσαν επί πεντάμηνο σε θέση να καταλάβουν το σημείο αυτό, αλλ' αναγνώριζαν την ουδετερότητά του ως ομοσπονδιακής επικρατείας. Οταν, όμως, οι κοινοπολιτειακές δυνάμεις εισήλθαν στο Σπρίνγκφηλντ και κυνήγησαν τους τους ρυθμιστές της Επαρχίας Χάμπντεν πάνω από τον Ποταμό Κοννέκτικατ, η ουδετερότης της ομοσπονδιακής επικρατείας αγνοήθηκε παντελώς, αν και η πραγματική κατοχή από μέρους της Κοινοπολιτείας δεν επιχειρήθηκε προ της ημερομηνίας της συγκεντρώσεως, 3 Φεβρουαρίου 1787.

        Εκείνο το πρωϊνό του Σαββάτου, έλαβαν χώρα δύο μεγάλες συγκεντρώσεις δυνάμεων στην περιοχή περί το Σπρίνγκφηλντ, καθώς η κοινοπολιτειακή πολιτοφυλακή ξεχύθηκε μέσα στην πόλη από ανατολικά, προκειμένου να καταλάβει το υποτιθέμενο ουδέτερο οπλοστάσιο, ενώ, από την άλλη μεριά του Ποταμού Κοννέκτικατ, οι ρυθμιστές μαζεύονταν κατά χιλιάδες στην άκρη της γέφυρας που οδηγούσε στο Σπρίνγκφηλντ, και βάδιζαν από το σημείο συγκεντρώσεώς τους στο Δυτικό Σπρίνγκφηλντ δια μέσου της γέφυρας προς το Οπλοστάσιο Σπρίνγκφηλντ, για να προλάβουν, ει δυνατόν, την κοινοπολιτειακή κατοχή ομοσπονδιακού εδάφους. Εν τούτοις, τον αγώνα δρόμου για το οπλοστάσιο κέρδισε η Κοινοπολιτεία, αφού η πολιτοφυλακή έφθασε στο οπλοστάσιο στις εννέα η ώρα, ενώ είχε πάει ήδη ένδεκα, μέχρι να μπορέσουν να περάσουν στο Σπρίνγκφηλντ αρκετοί ρυθμιστές, ώστε να αμφισβητήσουν σοβαρά την κατοχή. Φυσικά, η κυρίαρχη πλευρά διέθετε έτσι συντριπτικό στρατιωτικό πλεονέκτημα. Παρά ταύτα, συνήφθη έντονη μάχη με σθένος και επιμονή και από τις δύο πλευρές, γύρω από το Οπλοστάσιο Σπρίνγκφηλντ και σε όλη την ομώνυμη πόλη. Η Μάχη του Σπρίνγκφηλντ απέβη το έσχατο βήμα της Εξεγέρσεως Σαίης, η οποία από την ώρα εκείνη είχε πλέον ηττηθεί οριστικά.

" Για Λευτεριά πολέμησαν οι αντάρτες, νικηφόρα
ώς τον ωκεανό σχεδόν προελαύνοντας λαμπρά.
Δεν κράτησε όμως για πολύ, χάθηκε η ευκαιρία,
Κι' η Λευτεριά σταμάτησε στον Κουιννιτούκετ πια. "

        Ο υπόλοιπος μήνας Φεβρουάριος διατέθηκε για το κυνήγημε των αντάρτικων δυνάμεων δια της δυτικής Μασσαχουσέττης, και τελικά εκτός πολιτείας, στην Ουίλλιαμσταουν. Στο διάστημα αυτό εστάλη ένα μήνυμα προς τον Δανιήλ Σαίης από μέρους της κοινοπολιτειακής πολιτοφυλακής, ερωτώντας τον εάν θα παραδιδόταν αυτοπροσώπως εάν του χορηγείτο αμνηστεία, χωρίς να περιλαμβάνεται ο υπόλοιπος στρατός του. Υποθέτοντας οι αρχές πως ο Σαίης ήταν ο ιθύνων νους που προεκάλεσε την εξέγερση και την διατηρούσε, λογάριαζαν πως αυτό θα συνιστούσε προδοσία της εξεγέρσεως αυτής, και θεώρησαν τον Σαίης δειλό, όταν τους έστειλε την απάντηση ότι δεχόταν την προσφορά τους. Φαίνεται όμως, πως αυτό το έκανε ίσα ίσα για να κερδίσει χρόνο, καθώς ο ίδιος ο Σαίης εξαφανίσθηκε, για να ξανακουσθεί μερικά χρόνια αργότερα στο Αρλινγκτον της Βιρτζίνιας.

        Μετά την εκδίωξη του αντάρτικου στρατού από την βορειοδυτική γωνιά της Μασσαχουσέττης, σε ένα σημείο "ανάμεσα στις γραμμές" του Πολέμου στο Πράσινο Ορος μεταξύ Νέας Υόρκης και Βέρμοντ, έγινε μια τελευταία απόπειρα αναμορφώσεως και αναζωπυρώσεως του αντάρτικου. Εγινε προσπάθεια να συγκεντρωθούν οι ρυθμιστές κατά μήκος της γραμμής της Μασσαχουσέττης, στο Ποουνάλ του Βέρμοντ, και στο Βόρειο Λίνκολν της Πολιτείας της Νέας Υόρκης, με την ιδέα να επιτεθούν ξανά την τελευταία στιγμή -ή, όπως το εξέφρασαν οι αντάρτες αξιωματικοί, "να τους μπουργκοϋνίσουμε." Εν τούτοις, ήδη ο αντάρτικος στρατός, πολύ διασκορπισμένος και τσακισμένος, και εκτός του εδάφους του, ήταν ανήμπορος να συγκεντρώσει μεγάλη δύναμη, και η απόπειρα "να τους μπουργκοϋνίσουν" χρειάστηκε να εγκαταλειφθεί. Ο ξεσηκωμός τελείωσε, και οι αντάρτες κατέληξαν κυρίως είτε αιχμάλωτοι στην Μασσαχουσέττη, είτε πρόσφυγες εκτός Κοινοπολιτείας.

         159. Πρόσφυγες και Αιχμάλωτοι.  Οι αρχές της Κοινοπολιτείας της Μασσαχουσέττης, μη αρκούμενες στην καταστολή της εξεγέρσεως, έσπευσαν να περάσουν από δίκη όλους τους αιχμαλώτους, βρίσκοντάς τους όλους ενόχους προδοσίας σε βάρος της πολιτείας, και βάλθηκαν να μαζέψουν όλους τους αντάρτες που μπορούσαν να εντοπίσουν, ώστε να τους καταδικάσουν και αυτούς σε θάνατο. Οι περισσότεροι από τους αντάρτες, ωστόσο, πήραν μόνο ποινές μακράς φυλακίσεως, ενώ δεκατέσσερις καταδικάσθησαν όντως σε θάνατο, περιλαμβανομένου, εννοείται, και του Ιώβ Σάττουκ. Καθώς πολλοί από τους αιχμαλώτους είχαν παραδοθεί οικειοθελώς κατά τα τελευταία στάδια του ξεσηκωμού, νομίζοντας πως ήσαν φυσικά αιχμάλωτοι πολέμου, αυτή η εξέλιξη έδωσε αφορμή σε ένα νέο ρεύμα διαμαρτυρίας και ανταρσίας που έδειχνε για λίγο σαν να επίκειτο ένα νέο επαναστατικό ξέσπασμα.

        Οι περισσότεροι από τους ενεργείς αντάρτες, εν τούτοις, είχαν σκορπίσει σε μέρη εκτός Μασσαχουσέττης. Στην πράξη, η ήττα της Εξεγέρσεως Σαίης έτεινε να δημιουργήσει ένα γενικό κύμα αντιδράσεως στις Ηνωμένες Πολιτείες συνολικά, και όσοι ήσαν περισσότρο δραστήριοι ως επαναστάτες στην διάρκεια του Πολέμου της Ανεξαρτησίας άρχισαν να αναγνωρίζουν πως, όπως είχαν τα πράγματα, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν ήσαν πλέον μέρος ασφαλές για ανθρώπους με επαναστατικές τάσεις, και άρχιζαν να επιχειρούν την έξοδό τους από την χώρα αυτή. Καθώς οι περισσότεροι από τους γαλλοκαναδούς που είχαν υπάρξει αντάρτες στον Καναδά κατά την Αμερικανική Επανάσταση, και που, μετά τον πόλεμο, είχαν δραπετεύσει στις Ηνωμένες Πολιτείες, είχαν πάρει το μέρος της Εξεγέρσεως Σαίης -πολλοί από αυτούς είχαν μάλιστα συμμετάσχει ενεργώς, και είχαν συγκροτήσει τις δικές τους ομάδες "Τζο Μπούνκερ," στις οποίες ο χαιρετισμός "Τζο Μπούνκερ" μεταφραζόταν σε "Ζακ" -φυσικό τους άσυλο (αφού ο Καναδάς δεν τους ήταν ανοικτός) ήταν η Γαλλία, όπου μιλιόταν η γλώσσα τους, και όπου οι διάφορες "Ζακερίες," οι γαλλικές ομάδες "Τζο Μπούνκερ" της Εξεγέρσεως Σαίης, μεταφυτεύονταν βαθμιαία με το ρεύμα των προσφύγων που κατέφθαναν εκεί το 1787 και 1788. Και καθώς, στην διάρκεια της ίδιας περιόδου, πολλοί άλλοι αμερικανοί με αντάρτικη δράση κατά την επανανάσταση επέλεξαν το ίδιο άσυλο από την αντιδραστική τάση που προήλθε από την ήττα της Εξεγέρσεως Σαίης (ο Θωμάς Παίην ήταν ένας απο τους πρόσφυγες αυτούς, που πήγαν στην Γαλλία εν προκειμένω, ενώ ο Θωμάς Τζέφφερσον είχε σταλεί στην Γαλλία ως πρέσβυς προκειμένου να αφήσει ελέυθερο το πεδίο στους οπαδούς των Κινγκινάτων), σχεδόν φαινόταν πως, από το 1788, η Αμερικανική Επανάσταση μετακόμιζε σύμπασα στην Γαλλία.

        Ομως οι πρόσφυγες της Εξεγέρσεως Σαίης ήσαν επί το πολύ άνθρωποι φτωχοί, και αναζήτησαν άσυλο σε γειτονικές πολιτείες μάλλον, παρά στην άλλη πλευρά του ωκεανού. Μερικοί διέσχισαν τα σύνορα για τον Καναδά, και, επωφελούμενοι του γεγονότος ότι οι αρχές της Μασσαχουσέττης είχαν κατηγορήσει τους αντάρτες ως πράκτορες των βρεττανών, ισχυρίζοντο πως ήσαν βασιλόφρονες, και, σε μεγάλη έκταση, ήταν προφανές πως οι καναδικές αρχές δεν εγνώριζαν την διαφορά, αν και είχαν όντως κάποιες τύψεις σχετικά με την υποδοχή ανταρτών, έστω και κατά των Ηνωμένων Πολιτειών. Εν τούτοις, τα σπουδαιότερα καταφύγια των ανταρτών ήσαν οι όμορες πολιτείες της Μασσαχουσέττης, και δη οι πολιτείες του Νέου Χαμπσάιρ, της Ρόουντ Αϊλαντ, της Νέας Υόρκης, και του Κοννέκτικατ, και η μη ανεγνωρισμένη και ντε φάκτο ανεξάρτητη δημοκρατία του Βέρμοντ.

        Ο Κυβερνήτης της Μασσαχουσέττης έστειλε αιτήματα στις γειτονικές πολιτείες για την έκδοση ανταρτών προσφύγων, και η έκδοση παραχωρήθηκε από τις πολιτείες του Κοννέκτικατ και της Νέας Υόρκης, ενώ το Νέο Χαμπσάιρ προχώρησε μέχρι του σημείου να επιτρέψει στην Μασσαχουσέττη να στείλει την δική της πολιτοφυλακή να κυνηγήσει τυχόν ενόπλους αντάρτες που μπορεί να είχαν καταφύγει στο Νέο Χαμπσάιρ. Το Βέρμοντ παρουσίαζε ένα δυσκολότερο πρόβλημα, καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες το θεωρούσαν εξεγερμένο τμήμα της Πολιτείας της Νέας Υόρκης, και καμμία από τις πολιτείες δεν είχε ποτέ αναγνωρίσει την κυβέρνηση του Βέρμοντ. Επί πλέον, η ανάμιξη της Μασσαχουσέττης στον Πόλεμο του Πρασίνου Ορους δεν διευκόλυνε την φιλική συνεργασία εν προκειμένω. Η Μασσαχουσέττη όμως τώρα ήταν ιδιαίτερα πρόθυμη να ξεχάσει πως είχε ποτέ διεκδικήσει έδαφος του Βέρμοντ - η Κοινοπολιτεία ήταν πρόθυμη να ανταλλάξει τις διεκδικήσεις της με το προνόμιο να κρεμάσει μερικούς φτωχούς εργάτες και αγρότες, που το έγκλημά τους ήταν πως είχαν πολεμήσει για την ελευθερία της Μασσαχουσέττης. Ο Κυβερνήτης του Βέρμοντ, εν τούτοις, απήντησε στο αίτημα εκδόσεως της Μασσαχουσέττης, πως ήταν διατεθειμένος να εκδώσει μια διακήρυξη για την υπαγωγή όλων των ανταρτών προσφύγων σε έκδοση, επιθυμούσε όμως να γίνει γνωστό πως η διακήρυξη αυτή θα ήταν απλώς τυπική, καθώς το Βέρμοντ δεν είχε το περιθώριο να αποθαρρύνει την μετανάστευση!

        Εάν το Βέρμοντ ήταν πρόβλημα δύσκολο ως προς το ζήτημα της εκδόσεως, αυτό ίσχυε πολλώ μάλλον για την Ρόουντ Αϊλαντ, όπου ένα πολιτικό πραξικόπημα είχε ήδη θέσει το νομοθετικό σώμα υπό τον έλεγχο μιας ομάδας με παραπλήσιες ιδέες προς εκείνες των ανταρτών της Μασσαχουσέττης. Στην Ροουντ Αϊλαντ, ο παληός χάρτης - τον οποίο είχαν χρησιμοποιήσει τα δικαστήρια για να κηρύξουν άκυρη την νομοθετική εξουσία, και ο οποίος αργότερα είχε στραφεί κατά των ίδιων δικαστών - παρείχε στο νομοθετικό σώμα σημαντικό βέτο επί των διοικητικών πράξεων, και ο Κυβερνήτης της Ρόουντ Αϊλαντ έστειλε απάντηση στο αίτημα εκδόσεως της Μασσαχουσέττης, ότι ο ίδιος προσωπικά θα ήταν ευτυχής να συνεργασθεί στην έκδοση, αλλά ότι ο όχλος που αποτελούσε τώρα την νομοθετική εξουσία δεν θα του το επέτρεπε, και θα ήταν αναγκαίο να πεισθούν πρώτα. Ο Κυβερνήτης της Μασσαχουσέττης εν συνεχεία απέστειλε βουλευτές με εντάλματα εκδόσεως στην Πρόβιντενς, για να επιδιώξουν την άδεια του νομοθετικού σώματος της Ρόουντ Αϊλαντ να συλλάβουν αντάρτες πρόσφυγες προς έκδοση. Οι βουλευτές έγιναν δεκτοί ευμενώς από την Σύγκλητο της Ρόουντ Αϊλαντ, και προσεκλήθησαν να παρευρεθούν στις συνεδριάσεις της, όπου δύο από τα πρόσωπα στο βήμα της συγκλήτου φάνηκαν κάπως γνωστά στους βουλευτές της Μασσαχουσέττης. Οταν ερώτησαν σχετικά, οι βουλευτές πληροφορήθησαν, ότι οι δύο αυτοί άνδρες ήσαν τα νέα επίτιμα μέλη της Συγκλήτου, που είχαν μόλις πρόσφατα έλθει από την Μασσαχουσέττη, όπου είχαν αγωνισθεί γενναία για την ελευθερία! Φυσικά, αυτό στάθηκε το τέλος της αναζητήσεως, και οι βουλευτές της Μασσαχουσέττης αναγκάσθηκαν να επιστρέψουν άπρακτοι στην Βοστώνη.

"Οταν, στα γύρω μέρη, διώχτηκε η εργατιά,
Πολλοί ήλθαν στην Ρεντ Αϊλαντ, να μείνουν για καλά,
Και οι απεσταλμένοι, για πρόσφυγες που πήγαν,
Τιμητικά στο βήμα να στέκουνε τους βρήκαν."

* Ο Sidis περιέλαβε και την ημέρα της εβδομάδος μαζύ με την ημερομηνία αυτή.

 

Κεντρική Σελίδα    Περιεχόμενα    Επόμενο