Κεντρική Σελίδα των Αρχείων      Περιεχόμενα       Επόμενο Κεφάλαιο

ΟΙ ΦΥΛΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ

W. J. Sidis

Μετάφραση: Γεωργία Ερατώ Τριανταφυλλίδη

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

Η ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΠΕΝΑΚΟΥΚ

        22. Οι Προσκυνητές.  Η πρώτη αγγλική εισβολή στην περιοχή των λαών των Πενακούκων συνέβη αναξαρτήτως των αγγλικών αρχών, από μέρους φυγάδων του αγγλικού θρησκευτικού διωγμού. Επρόκειτο για την θρησκευτική ομάδα των καλούμενων Χωριστικών―ανθρώπων που επεδίωκαν τον χωρισμό τους από την επίσημη Εκκλησία της Αγγλίας―και που είχαν περάσει μερικά χρόνια εξόριστοι στις Κάτω Χώρες, κυρίως στην Λέυντεν. Ως εξόριστοι αυτοαποκαλούντο Προσκυνητές. Και ενώ η Ολλανδία υπήρξε γι' αυτούς καλό καταφύγιο για λίγο, η ανεξιθρησκεία εκεί δεν ήταν τόσο μεγάλη ώστε να μπορέσουν να παραμείνουν επ' αόριστον, και αναζήτησαν ένα άσυλο πέρα απ' τον ωκεανό, "στην Βιρτζίνια [Παρθενία]," όπως την ονόμασαν.

         Η πρώτη τους αποβίβαση στην Βόρεια Αμερική ήταν στην ακμή του ακρωτηρίου που κατοικούσε το Εθνος των Γουαμπανώγκ―ή, όπως οι καπετάνιοι του ανιχνευτικού πλοίου το είχαν ήδη ονομάσει, του Ακρωτηρίου Κοντ [της Μουρούνας]. Στο σημείο αυτό δεν επιχειρήθηκε στην πραγματικότητα η εγκατάσταση, αλλά οι ηγέτες της αποστολής βρέθηκαν ήδη αντιμέτωποι με το πρόβλημα του πώς να διοικήσουν μια κοινότητα τόσο μακριά από κάθε αναγνωρισμένη εξουσία, και, ως αποτέλεσμα, συντάχθηκε επί τόπου μια συμφωνία, την Τετάρτη, 11 Νοεμβρίου του 1620, κατά την οποία όλοι οι επιβάτες του πλοίου συμφώνησαν να αποδεχθούν οποιαδήποτε κυβέρνηση σχηματιζόταν ανάμεσά τους, μόλις μπορέσουν να εγκατασταθούν. Αυτό το "Σύμφωνο του Μαιηφλάουερ [Μαγιάτικο Ανθος]," όπως ονομάζεται κοινώς, φέρεται συνήθως ως μια από τις πρώτες περιπτώσεις δημοκρατικού γραπτού συντάγματος. Στην πραγματικότητα όμως δεν ήταν παρά ένας γραπτός όρκος συμπαρατάξεως προς τους μελλοντικούς κυβερνήτες της αποικίας. Πιθανόν οι Προσκυνητές να προσδοκούσαν κάπως να βρουν ανάμεσά τους κάποιο πρόσωπο κατάλληλο να βασιλεύσει, για να το υπακούνε. Ομως, όπως ήλθαν τα πράγματα, δεν συνέβη κάτι τέτοιο. Οι πραγματικοί άρχοντες της χώρας, στην οποία τόσο απροσχημάτιστα εισέβαλλαν οι Προσκυνητές, ήσαν οι λαοί των Πενακούκων, που έμελλε να ασκήσουν κάποια επίδραση επάνω στην τελική οργανωτική μορφή.

         Οι Προσκυνητές περιέπλευσαν αρκετά την περιοχή, αναζητώντας σημείο εγκαταστάσεως, δεν κατάφεραν όμως να βρούν κάποιο, πριν μπει για τα καλά ο Δεκέμβριος. Ο γεωγραφικός χάρτης των Προσκυνητών για την ακτή αυτή είχε σχεδιασθεί από την "Εταιρεία του Πλύμουθ," μιαν εγγλέζικη εταιρεία που είχε παραλάβει μέρος του "τίτλου" της "Εταιρείας της Νέας Αγγλίας" για την ίδια ακτή, και που είχε τυπώσει ένα χάρτη της ακτής των Πενακούκων παρόμοιου τύπου με τα σημερινά κτηματομεσιτικά διαφημιστικά "για κορόιδα," εμφανίζοντας μια πόλη κάθε λίγα χιλιόμετρα κατά μήκος της παραλίας, όλες με ονόματα εγγλέζικων δήμων. Η τοποθεσία που τελικά επέλεξαν οι Προσκυνητές για μόνιμη εγκατάσταση ήταν το σημείο που ο χάρτης ονόμαζε "Πλύμουθ," κι έτσι αυτό έγινε και το όνομα του οικισμού. Καμμία από τις υπόλοιπες πόλεις του χάρτη δεν έγινε ποτέ πραγματικότητα.

         Το Πλύμουθ ήταν ένα λιμάνι που μπορούσε κανείς να το προσεγγίσει μόνο κάνοντας τον γύρο αρκετών μικρών ακρωτηρίων που τα φρουρούσε το έθνος των Γουαμπανώγκ, και μπορούμε να συμπεράνουμε σχεδόν με βεβαιότητα πως, εάν το έθνος αυτό ήταν απρόθυμο να δεχθεί τους μετανάστες, θα μπορούσε να είχε εμποδίσει την απόβαση στο σημείο εκείνο, και θα μπορούσε επίσης να είχε αποκόψει την επικοινωνία με τον έξω κόσμο. Το γεγονός ότι τίποτε τέτοιο δεν συνέβη, αποτελεί μαρτυρία υπέρ της φιλικής διαθέσεως των Γουαμπανώγκ απένατι στους νεοφερμένους από την αρχή, αν και οι Προσκυνητές αρχικά ήλθαν περισσότερο ως εισβολείς παρά ως μετανάστες.

         23. Το Καλωσόρισμα του Σαμοσέτη.  Ο χειμώνας του 1620 στάθηκε πολύ σκληρός για ερυθρόδερμους και λευκούς στην χώρα Πενακούκ. Αποδείχθηκε πολύ βαρύτερος από εκείνους που γνώριζαν οι Προσκυνητές. Γιατί ο χειμώνας της Νέας Αγγλίας είναι πολύ ψυχρότερος από τον χειμώνα της Αγγλίας ή της Ολλανδίας. Το αποτέλεσμα ήταν ότι, μέσα στο κρύο και την έλλειψη κατάλληλων προμηθειών, οι μισοί μονάχα από τον πληθυσμό της αποικίας των Προσκυνητών επέζησαν μέχρι την άνοιξη του 1621. Εν τούτοις, η πείνα μάλλον, παρά το κρύο καθ' εαυτό, υπήρξε η αιτία για των περισσοτέρων θανάτων.

         Ομως, αν ο χειμώνας υπήρξε σκληρός για την αποικία των Προσκυνητών εισβολέων, ήταν διπλά σκληρός για τους ερυθροδέρμους που είχαν την ατυχία να ζουν στην κοντινή ηπειρωτική περιοχή. Εχουμε δει πως η λευκή φυλή ήταν πάντοτε γεμάτη αρρώστειες που έβλαπταν τους ίδιους σχετικά λίγο, αλλά που ήσαν εξαιρετικά καταστροφικές για τους γείτονές τους των άλλων φυλών. Οι αρρώστειες αυτές είχαν την τάση παντού να εξαπλώνονται αυτομάτως, προηγούμενες των λευκών οπουδήποτε εγκαθίσταντο, και να καθαρίζουν το πέρασμα για την λευκή εδαφική επέκταση. Τουλάχιστον έτσι αποδείχθηκε στην περίπτωση της αποβάσεως των Προσκυνητών στην Αμερική. Κατά τον πρώτο χειμώνα των Προσκυνητών στην Αμερική, οι ερυθρόδερμοι δεν πλησίασαν τις μάντρες των Προσκυνητών παρά σε απόσταση οράσεως. Κι' όμως, σε λιγότερο από δύο μήνες, μια κακοήθης επιδημία παρωτίτιδος σάρωσε την χώρα από τον ωκεανό προς τα δυτικά μέχρι τον Ποταμό Κουιννιτούκετ, και βόρεια μέχρι τον Ποταμό Σάκο. Το κάθε χωριό ερυθροδέρμων σε ολόκληρη αυτή την περιοχή ήταν γεμάτο από τους αρρώστους, τους ετοιμοθανάτους, και τους νεκρούς του. Και, αν και οι μαγουλάδες δεν είναι πολύ βαρειά αρρώστεια στους λευκούς, οι ερυθρόδερμοι δεν διέθεταν άμυνες απέναντί της. Ετσι, πριν προχωρήσει καλά η άνοιξη, ο ερυθρός πληθυσμός της περιοχής μειώθηκε στο λιγότερο από το ένα τέταρτο του αριθμού του κατά το προηγούμενο φθινόπωρο. Πάνω από 200.000 ερυθρόδερμοι κατοικούσαν στην περιοχή όταν ήλθαν οι Προσκυνητές. Μετά το πέρασμα της πληγής που εξαπλωνόταν πια σε νέα τμήματα της χώρας, απέμειναν λιγότεροι από 50.000.

         Παρά ταύτα, οι Γουαμπανώγκ τήρησαν διαλλακτική στάση, ακόμη και φιλία, έναντι των νέων αφίξεων στην χώρα τους. Ο Σαμοσέτης, ένας σαχέμ των Γουαμπανώγκ, ανεδέχθη το καθήκον να προσφέρει στους νεοφερμένους κάθε δυνατή βοήθεια. Εχοντας ήδη χρηματίσει αγγελιαφόρος στην Βιρτζίνια, ήξερε την γλώσσα των "όβανουξ" (λευκών). Και, φυσικά, αυτό ήταν και το κύριο προσόν του για το έργο που του ανετέθη.

         Οπότε, ήλθε στις μάνδρες που είχαν κατασκευασθεί γύρω από το χωριό Πλύμουθ (καθώς οι λευκοί ήσαν, εννοείται, συνηθισμένοι από την χώρα τους στις περιτοιχισμένες πόλεις), και φώναξε στα αγγλικά: "Καλωσορίσατε, άγγλοι!" Η έκπληξη στο άκουσμα ενός ερυθροδέρμου να μιλά αγγλικά ήταν μεγάλη, αλλά πριν καλά καλά προλάβουν να συνέλθουν απ' αυτήν οι Προσκυνητές, ο Σαμοσέτης τους εξήγησε ότι η αποστολή του ήταν φιλική. Συνάντησε έτσι τους ηγέτες των Προσκυνητών, και μπόρεσε να τους προσφέρει την βοήθεια της φυλής των Γουαμπανώγκ. Ο Σαμοσέτης, και οι εκπρόσωποι της φυλής που έφερε αργότερα για να τον βοηθήσουν, υπό τις οδηγίες του Σαγαμόρου Μασσασόιτη, εφοδίασε τους Προσκυνητές με τρόφιμα και σπόρους, και τους εισήγαγε όχι μόνο στην αμερικανική καλλιέργεια, αλλά και σε άλλα ζητήματα σχετικά με την προσαρμογή τους στο καινούργιο περιβάλλον.

         Μεταξύ των θεμάτων που δίδαξαν οι ερυθρόδερμοι στους λευκούς εκείνη την άνοιξη, ήταν και ό,τι θα μπορούσε να ονομασθεί πολιτική αγωγή. Οι Προσκυνητές, πριν επιχειρήσουν την τελική αποβίβαση, είχαν συμφωνήσει να δεχθούν οποιαδήποτε κυβέρνηση ήθελε σχηματισθεί στην νέα τους εγκατάσταση. Το μόνο όμως που είχαν κάνει ώς τότε προς αυτήν την κατεύθυνση, ήταν να εκλέξουν ένα άρχοντα, ο οποίος περίμεναν, σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νοοτροπία τους, να γίνει μονάρχης του Πλύμουθ. Ο πρώτος αρχηγός που διάλεξαν, ο Γουίλιαμ Μπράντφορντ, πέθανε στην διάρκεια της βαρυχειμωνιάς. Την άνοιξη, ο διάδοχός του, Τζων Κάρβερ, ανέλαβε την ηγεσία του μικρού χωριού. Και, καθώς στην Ευρώπη, κανένας τους, ούτε καν ο Κάρβερ, δεν είχαν ποτέ συμμετάσχει στην κυβέρνηση με οιοδήποτε τρόπο, δεν ήξεραν πώς να οργανώσουν κυβέρνηση στο Πλύμουθ. Ετσι χρειάσθηκε να αναλάβει η εκκλησία την διακυβέρνηση της αποικίας προσωρινά, αφού ήταν ο μόνος διαθέσιμος οργανωμένος φορέας, και η εκκλησία, μαζύ με τον Κάρβερ, έπρεπε να κάνει ό,τι μπορούσε. Υπό αυτές τις συνθήκες οι Γουαμπανώγκ ήλθαν να δώσουν στους Προσκυνητές τα φώτα τους, για το πώς να σχηματίσουν μια κυβέρνηση του λαού. Και, υπό τις περιστάσεις, οι οδηγίες αυτές φυτεύθηκαν σε γόνιμο έδαφος. Η εκκλησία των Προσκυνητών εξακολούθησε να κυβερνά την αποικία, αφού οι κυβερνητικές οργανώσεις, αφ' ής στιγμής πάρουν τον έλεγχο, δεν τον καταθέτουν εύκολα, αλλά αναδιοργανωμένη και εκδημοκρατισμένη υπό την επίδραση των Γουαμπανώγκ. Αυτή η υπαρκτή δημοκρατική θεοκρατία―μια προφανής αντίφαση―υπήρξε η απαρχή της εσωτερικής συγκρούσεως εξωτερικών δημοκρατικών μορφών, και του μαχητικού πνεύματος της Νέας Αγγλίας υπέρ της ελευθερίας, από την μια, και μιας άρχουσας τάξεως υπό το προσωπείο δημοκρατικών μορφών, από την άλλη.

         Από οικονομικής πλευράς, η σύγχυση μεταξύ των Προσκυνητών ήταν ακόμη χειρότερη. Το χρήμα και η περιουσία ήσαν ιδέες που έφερναν μαζύ τους από την Ευρώπη, και αυτό δεν πολυμπορούσε να αλλάξει μέσα τους μόνο και μόνο με ένα ταξίδι στην άλλη άκρη του ωκεανού. Στην χώρα των Γουαμπανώγκ όμως, όπου δεν υφίσταντο τέτοιοι θεσμοί, μπορεί να ήταν δύσκολο να τους εισαγάγουν χωρίς αλλαγές. Ηδη, στη διάρκεια του χειμώνα, είχε υπάρξει δυσκολία με την εισαγωγή της ατομικής ιδιοκτησίας όσον αφορά την γη στο χωριό, και, καθώς δεν υπήρχαν εγχώριοι θεσμοί ιδιοκτησίας για να την στηρίξουν, οι Προσκυνητές χρειάσθηκε να κάνουν κλήρωση για τις θέσεις των σπιτιών. (Από αυτήν ακριβώς την περίσταση, η τυπική αμερικανική έκφραση για το οικοδομήσιμο οικόπεδο είναι έκτοτε ο "κλήρος".) Και η οργάνωση της εργασίας στην Ευρώπη μέσω μιας πολύπλοκης αλυσσίδας κληρονομικών προσωπικών δικαιωμάτων και δεσμεύσεων, το μόνο πραγματικό πρότυπο που είχαν υπ' όψη τους οι Προσκυνητές, απέβη σχεδόν ανέφικτο πάνω στα καινούργια θεμέλια, επί των οποίων οι ερυθρόδερμοι οικοδομούσαν την κοινωνία των νέων μεταναστών, ούτε και ήταν δυνατόν να να ακολουθήσουν την μη ιδιοκτησιακή μορφή οργανώσεως των ερυθροδέρμων. Οπότε, το αποτέλεσμα ήταν ένας συμβιβασμός, κάτι που δεν έμοιαζε ούτε λευκό ούτε κόκκινο, όπου το παληό σύστημα παγίων προσωπικών σχέσεων αντικαταστάθηκε από ένα περισσότερο εθελοντικό σύστημα σχέσεων απασχολήσεως. Πάνω σε αυτήν την βάση οικοδομήθηκε ένας όλως καινούργιος τύπος οικονομικού συστήματος, που δεν έμοιαζε ούτε με την κοινοτική οργάνωση των ερυθροδέρμων, ούτε με το φεουδαλικό σύστημα της Ευρώπης, αλλά που ήταν ένα είδος υβριδικό των άλλων δύο. Αυτό το σύστημα, που έμελλε να εξαπλωθεί από το Πλύμουθ σε ολόκληρο τον κόσμο, είναι εκείνο που αποκλήθηκε καπιταλιστικό σύστημα.

         24. Ιροκέζικη Επίθεση.  Οπως είδαμε, οι έφοδοι των Μοχώκων σε αυτό το τμήμα της χώρας ήσαν προηγουμένως συχνές, και αυτό οδήγησε σε μια διαρκή εμπόλεμη κατάσταση μεταξύ των Μοχώκων και των φυλών που ζούσαν ανατολικά του Ποταμού Κουιννιτούκετ. Οι κόκκινες φυλές δεν ήσαν γενικά σε θέση, στην Βόρεια Αμερική, να διεξάγουν σταθερό πόλεμο, κι έτσι συνεχιζόταν η τακτική επικοινωνία και οι εχθροπραξίες ήσαν λίγες και αραιές, χωρίς όμως να έχει επιτευχθεί μια πραγματική συνθήκη ειρήνης. Με τον σχηματισμό της Ιροκέζικης Ομοσπονδίας, ο πόλεμος κατά των εθνών της χώρας των Πενακούκων κληρονομήθηκε από την Ομοσπονδία, και τώρα ήταν πλέον πέντε σύμμαχα έθνη κατά των λαών αυτών, αντί μόνο των Μοχώκων. Οι Ιρόκοι, έχοντας απαλλαγεί από τους αμέσους γείτονές τους στα νότια και τα δυτικά, άρχισαν να στρέφουν την προσοχή τους στον εχθρό του ανατολικού μετώπου. Φυσικά, επιχείρησαν να διευθετήσουν, ει δυνατόν, την υπόθεση με την συνηθισμένη τους πολιτική της καθυποτάξεως και του αφοπλισμού των εν λόγω λαών.

         Η μεγάλη επιδημία των πρώτων μηνών του 1621 φάνηκε στους Ιροκέζους η καλύτερη ευκαιρία για μια τέτοια εξόρμηση, που είχαν σε ολόκληρο τον αιώνα υπάρξεως της Ομοσπονδίας. Ετσι, την άνοιξη του 1621, ένα ιροκέζικο στράτευμα πήρε το μονοπάτι του πολέμου στα ανατολικά, και προσήρτησε ό,τι συνάντησε στο δρόμο του προς αυτήν την κατεύθυνση μέχρι τον Ποταμό Κουιννιτούκετ. Το πλατύ ποτάμι, με τις κατεβασιές του, παρουσίαζε εμπόδιο στον στρατό. Οχι κανένα αξεπέραστο φράγμα, όμως η μάχη σε ανοικτό πεδίο δεν ήταν ποτέ ειδικότητα των ερυθροδέρμων, και η διάσχιση του ποταμού υπό κάλυψη ήταν δύσκολη. Ετσι τα ιροκέζικα στρατεύματα συγκεντρώθησαν στην δυτική όχθη του ποταμού, έτοιμα να επιτεθούν με πρώτην ευκαιρία.

         Το έθνος Νιπμούκ, στην απέναντι πλευρά του ποταμού, είχε στο μεταξύ λάβει προειδοποιήσεις για την επερχόμενη εισβολή των Μοχώκων, και για την άφιξη μιας μεγαλύτερης παρά ποτέ στρατειάς. Οπως και στις προηγούμενες επελάσεις, στάλθηκε μήνυμα στα όμορα έθνη, ζητώντας βοήθεια. Και περισσότερες παρά ποτέ φυλές έστειλαν στρατεύματα στην Νονοτούκη για την απώθηση της επαπειλούμενης εισβολής. Ως συνήθως σε τέτοιες περπτώσεις, οι σαχέμ των διαφόρων εθνών συνήλθαν επί τόπου, για να συζητήσουν γενικές τακτικές, και να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους για την ειρήνευση, ει δυνατόν.

         25. Πασακοναγουαίη.  Μεταξύ των συμβούλων που συγκεντρώθησαν στην Νονοτούκη, στην άλλη πλευρά του ποταμού, απέναντι από το εχθρικό στρατόπεδο, ήταν ο Μπασάμπας του έθνους Πενακούκ, ονόματι Πασακοναγουαίη (Η Μεγάλη Αρκτος), με το δικό του σχέδιο δράσεως, που είχε επεξεργασθεί μαζύ με τον υιό του Τσοκορούα, στρατηγό της φυλής.

         Οπως ακριβώς με τους Ιρόκους ένα αιώνα πριν, οι δύο άνδρες, Χιαγουάθα και Νταγκανοβέδα, είχαν παρατηρήσει τις επανειλημμένες ειρηνευτικές συνδιασκέψεις να συνάπτουν ειρήνη, και μετά την διάλυσή τους να ακολουθεί ο πόλεμος, έτσι πατέρας και υιός, ο Πασακοναγουαίη και ο Τσοκορούας, πρόσεξαν ότι η σύγκληση των φυλών επανειλημμένα απωθούσε τον εχθρό, ο οποίος επανερχόταν, μετά την επιστροφή των φυλών στις πατρίδες τους. Και, σε αμφότερες τις περιπτώσεις, το συμπέρασμα ήταν να καταστεί η σύναξη διαρκής οργανισμός, ως το μόνο ριζικό μέτρο θεραπείας.

         Οι οργανωτές της Ομοσπονδίας ήσαν εν προκειμένω μάλλον πολεμικοί παρά ειρηνικοί στην προσέγγισή τους, όπως θα ανεμένετο από την διαφορά των περιστάσεων ιδρύσεως των δύο ομοσπονδιών. Ο Νταγκανοβέδα ήταν ένας αλλοπαρμένος ονειροπόλος, ανίκανος να εκφρασθεί σωστά, και ο Χιαγουάθα ήταν ρήτορας, με ειρηνικές τάσεις επίσης. Στον αντίποδα των δύο, στέκει ο γιγαντόσωμος και γεροδεμένος Πασακοναγουαίη, παρακινώντας τις φυλές να πολεμήσουν ένα εισβολέα εχθρό, και ο υιός του Τσοκορούας, ο μαχητικός στρατηγός που οργάνωσε τον ομοσπονδιακό στρατό για τον ίδιο σκοπό.

         Ετσι ο Πασακοναγουαίη, προτείνοντας την ομοσπονδία κατά μίμηση της εχθρικής οργανώσεως, σε μια καμπή όπου το ο,τιδήποτε έμοιαζε με διέξοδο θα μπορούσε να γίνει αποδεκτό, συνετέλεσε στην μεταστροφή της αδυναμίας των φυλών σε δύναμη, και στην απόκρουση του εχθρού. Η εξάπλωση της αυτοκρατορίας των Ιρόκων αναχαιτίσθηκε στον Ποταμό Κουιννιτούκετ.

         26. Η Ομοσπονδία Πενακούκ.  Η ομοσπονδία αυτή ήταν πράγματι προέκταση των προσωρινών συμμαχιών που είχαν υπάρξει προηγουμένως μεταξύ των φυλών εκείνης της περιοχής. Το ίδιο το σχέδιο της ομοσπονδίας δεν ήταν στην πραγματικότητα κάτι το καινούργιο εν προκειμένω, αφού ήταν δανεισμένο από τον εχθρό, τους Ιρόκους. Ο ιδρυτής, ο Πασακοναγουαίη, δεν ήταν του ονειροπόλου τύπου σαν τον Νταγκανοβέδα, και επομένως δεν μπορούσε να έχει ριζοσπαστικά νέες ιδέες. Μπόρεσε όμως να προσαρμόσει τις ιδέες, μόλις του παρουσιάσθησαν, στο νέο τους περιβάλλον, που ήταν μια ομάδα εθνών, μεταξύ των οποίων απουσίαζε η παράδοση της κληρονομικής ηγεσίας, και τα οποία είχαν ένα πολύ ισχυρότερο πνεύμα ανεξαρτησίας και προσωπικών δικαιωμάτων και ελευθερίας.

         Εν πρώτοις, απαιτείτο μια χαλαρώτερη ομοσπονδία ώστε να ανταποκρίνεται στο πνεύμα ελευθερίας που διέκρινε τις φυλές τις οποίες οργάνωνε μαζύ ο Πασακοναγουαίη. Η ομοσπονδία οικοδομήθηκε επάνω στο σχέδιο ενός οργανισμού που θα προστάτευε μάλλον τις φυλές αντί να τις κυβερνά. Για παράδειγμα, στους Ιρόκους η ομοσπονδία διεξήγε διαπραγματεύσεις απ' ευθείας με τα τρίτα έθνη. Στην Ομοσπονδία των Πενακούκων, το ομοσπονδιακό συμβούλιο αποφάσιζε την ακολουθητέα πολιτική, και οι φυλές έκαναν τις διαπραγματεύσεις από μόνες τους, γεγονός που οδήγησε τους ιστορικούς να αμφισβητούν ή να απορρίπτουν την ύπαρξη ομοσπονδίας, αν και αυτή έκανε φανερή την παρουσία της συχνά πυκνά.

         Ενα σημαντικότερο σημείο διαφοράς είναι το εξής: Εενώ το ομοσπονδιακό συμβούλιο των Ιρόκων ήταν η κοινή συνέλευση των συμβουλίων των φυλών-μελών, το ομοσπονδιακό συμβούλιο των Πενακούκων ήταν ένα ανεξάρτητο σώμα, αποτελούμενο από αντιπροσώπους εκλεγμένους από τα μέλη των φυλών, με την ψήφο ανδρών και γυναικών, και μεταξύ ανδρών και γυναικών υποψηφίων, χωρίς κανόνες κληρονομικότητος―η πρώτη φορά που επιχειρήθηκε ποτέ στον κόσμο μια τέτοια μορφή ομοσπονδιακής οργανώσεως. Οχι μόνον οι κύριες φυλές-μέλη αντιπροσωπεύοντο, παρά, σε πολλές περιπτώσεις, οι διάφοροι κλάδοι τους είχαν δική τους αυτοτελή εκπροσώπηση, ώστε να μπορούν να ακούγονται όλοι στο συμβούλιο. Ως μια αληθινά δημοκρατική ομοσπονδία, δεν ήταν απλώς ένα νέο ξεκίνημα, παρά στέκει μοναδικό μέσα στην παγκόσμια ιστορία.

         Ετσι είχαν τα πράγματα. Ο ομοσπονδιακός εμπνευστής που αναδεικνύεται υπό αυτές τις συνθήκες θα είναι αναγκαστικά πολεμικός, δυναμικός ηγέτης ανθρώπων. Και τέτοιος στάθηκε ο Πασακοναγουαίη, και τέτοιος ήταν ο Τσοκορούας, όλως αντίθετα από τον ονειροπόλο Νταγκανοβέδα και τον προικισμένο ρήτορα Χιαγουάθα.

         Οι άνδρες αυτοί, λοιπόν, πρότειναν ένα σχέδιο ομοσπονδίας στις συγκεντρωμένες φυλές. Βασιζόταν ουσιαστικά σε εκείνο των Ιρόκων εχθρών τους, με προσαρμογές. Για παράδειγμα, η παράδοση της κληρονομικότητος των αξιωμάτων δεν είχε θέση ανατολικά του Κουιννιτούκετ. Το πνεύμα ανεξαρτησίας των φυλών καθιστούσε αναγκαία μια χαλαρώτερη ομοσπονδία, όπου οι ξεχωριστές φυλές θα είχαν περισσότερα περιθώρια και η ομοσπονδία λιγώτερη κεντρική εξουσία. Και ο Πασακοναγουαίη, ο αρχηγός, ώφειλε να να δεχθεί να κρατήσει λιγώτερη εξουσία ως Μπασάμπας του συνδυασμού, και να βασισθεί περισσότερο στην ηγετική του ικανότητα προκειμένου να διατηρήσει τον έλεγχο.

         Η αποδοχή του σχεδίου Πασακοναγουαίη σημάδευσε τον σχηματισμό της πρώτης αληθινά δημοκρατικής ομοσπονδίας που γνώρισε ο κόσμος. Ομοια κατ' όνομα με την γειτονική της ομοσπονδία των Χοντενοσαύνων, εμφάνιζε σημεία διαφοράς που, όσο και να έμοιαζαν μικρά, είχαν μεγάλη σημασία.

         Η ίδια η ομοσπονδία ονομάσθηκε Ομοσπονδία Πενακούκ, υιοθετώντας το όνομα της φυλής που ήταν πρώτη στις δέλτους της, της φυλής από την οποία προέρχονταν ο Πασακοναγουαίη και ο Τσοκορούας, που πρότειναν το ομοσπονδιακό σχέδιο. Υποθέτουν ότι το όνομα αυτό αρχικά ήταν Κουονεκόγοι, ο Λαός του Πεύκου, ώστε, όπως η ιροκέζικη ομοσπονδία ήταν οι Χοντενοσαύνοι, Ο Λαός του Μακριού Σπιτιού, και χρησιμοποιούσε το Μακρύ Σπίτι ως έμβλημα, έτσι και το έμβλημα της Ομοσπονδίας Πενακούκ ήταν το Πεύκο, το ιερό τοτέμ των Πενακούκων, που αντιπροσώπευε και συμβόλιζε την ομοσπονδία. Το έμβλημα αυτό, στην μετέπειτα αμερικανική ιστορία, επανεμφανίζεται επανειλημένα στην χώρα των Πενακούκων ως σήμα της ελευθερίας.

         Το ομοσπονδιακό συμβούλιο αποτελείτο από αντιπροσώπους των λαών των επί μέρους φυλών και των ποικίλων υποδιαιρέσεών τους, με την ψήφο και την εκλογιμότητα ανδρών όσο και γυναικών, αν και η παραδοσιακή προτίμηση για τις θέσεις των συμβούλων φαίνεται να κλίνει υπέρ εκείνων των ανδρών που είχαν χρηματίσει αγγελιαφόροι, και που επομένως είχαν αποκτήσει με τον τρόπο αυτόν εμπειρία στην επαφή με διαφορετικούς λαούς σε διάφορες πόλεις και έθνη.

         Καθώς η οργάνωσή της ήταν αρχικά συμμαχία, και εν όψει του μεγαλύτερου πνεύματος ανεξαρτησίας στα έθνη των Πενακούκων, η ομοσπονδία ήταν λιγώτερο ελεγχόμενη από εκείνη των Ιρόκων. Οι συνθήκες με τα τρίτα έθνη συνήπτοντο από τις επί μέρους φυλές ιδίω ονόματι, μόνον όμως μετά από συμφωνία με την ομοσπονδία. Το γεγονός αυτό έκανε τους άγγλους να αμφιβάλλουν περί της υπάρξεως ομοσπονδίας, αν και εκείνοι που νόμιζαν ότι διαπραγματεύοντο με ανεξάρτητες φυλές εδέχοντο με έκπληξή τους πολλές φορές μια αντιπροσωπεία από τον βορρά, από κάποιον αρχηγό του οποίου το όνομα δεν μπορούσαν να προφέρουν, και τον οποίο έλεγαν γι' αυτό "Κόνγουαιη".

         Πλάι στην συμμαχική λειτουργία της, η ομοσπονδία ρύθμιζε επίσης διαφυλετικά δικαιώματα, ιδίως για σημαντικές κοινοτικές δραστηριότητες που εξασφάλιζαν σε μεγάλη έκταση τα προς το ζην για τους περισσότερους λαούς των Πενακούκων. Αυτό ίσχυε ιδίως για την χρήση των ιχθυοφραγμάτων―φραγμάτων που κατασκεύαζαν οι φυλές στα ποτάμια για να διευκολύνουν την σύλληψη των ψαριών. Τα ιχθυοφράγματα αυτά κατασκευάζοντο συχνά με την συνεργασία άλλων φυλών, και, στις περιπτώσεις αυτές, έπρεπε να διευθετηθούν τα δικαιώματα αλιείας μεταξύ των φυλών, κάτι που προηγουμένως ήταν συχνή αιτία πολέμου μεταξύ των. Η ομοσπονδία ανέλαβε την επίβλεψη αυτών των ιχθυοφραγμάτων και έφτιαξε κανονισμούς που ρύθμιζαν τα δικαιώματα των φυλών στην χρήση τους. Η ομοσπονδία ανέλαβε επίσης την κατασκευή νέων φραγμάτων. Στις επί μέρους φυλές δόθηκαν δικαιώματα για ιχθυοφράγματα στην επικράτειά τους, και για άλλα αλλού, όπου αυτές είχαν βοηθήσει στην κατασκευή τους. Ας σημειωθεί, πως τα ομοσπονδιακά ιχθυοφράγματα στα μεγάλα ποτάμια της χώρας των Πενακούκων έγιναν, ενάμισυ αιώνα αργότερα, η πηγή υδροδυναμικής ενεργείας για την λειτουργία εργοστασίων που ιδρύθησαν, επί τούτου, στην Νέα Αγγλία, και έτσι τα ιχθυοφράγματα αυτά καθόρισαν την θέση των σπουδαίων βιομηχανικών πόλεων στην περιοχή. Πόλεις όπως η Λώρενς, Λόουελλ, Πωουτούκετ, Νασούα, Λακωνία, Ντόβερ, Μπίντεφορντ, Χόλυοκ, Φωλλ Ρίβερ, και πολλές άλλες, οφείλουν την θέση τους σε αυτή την περίσταση.

         Μια άλλη σημαντική ομοσπονδιακή λειτουργία ήταν η αποθήκευση του πλεονάζοντος καλαμποκιού, που, υπό την Ομοσπονδία Πενακούκ, συγκεντρωνόταν όλο στην πόλη Αμοσκήγκ (σήμερα Μάντσεστερ, ΝΧ). Εκεί στέγνωνε στον ήλιο για διατήρηση, και ύστερα μεταφερόταν δεματιασμένο σε μια σπηλιά πίσω από τον καταρράκτη σε εκείνο το σημείο του Ποταμού Μερριμάκ. Απ' εκεί εξάγετο κατά τις ανάγκες, όποτε αναφερόταν έλλειψη τροφής σε οποιοδήποτε τμήμα της ομοσπονδίας.

         Η καθιέρωση αγγελιαφοροδρόμων ήταν επίσης ομοσπονδιακή λειτουργία―μια ακόμη περίπτωση εξασφαλίσεως της συνεργασίας των φυλών-μελών σε εποικοδομητικές κοινοτικές δραστηριότητες. Σε αυτήν την περίπτωση, καθιερώθηκε ένα σύστημα δρόμων που είναι ουσιαστικά η βάση των συγχρόνων μας συστημάτων αστικών και πολιτειακών αυτοκινητοδρόμων στην Νέα Αγγλία, μαζύ με ένα ταχυδρομικό σύστημα από το οποίο οι εχθροί των Πενακούκων, οι εγγλέζοι, εξαρτώντο επί μακρόν, έως ότου το αντικατέστησαν σταδιακά με την δική τους ταχυδρομική υπηρεσία, πάνω στους ίδιους δρόμους που καθόρισαν τα έθνη των Πενακούκων. Αυτή η υπηρεσία διαμορφώθηκε γύρω από μια κεντρική γραμμή από το Μισαγουάμ (σήμερα Τσάρλεστον, Μασ.) μέχρι την επικράτεια των Ιρόκων, συνδεόμενη με την αντίστοιχη υπηρεσία που λειτουργούσε η Ομοσπονδία των Ιρόκων, ομοίως ουδέτερη σε καιρό πολέμου.

         Αν και στην διαμόρφωση αυτής της ομοσπονδίας ακολουθήθηκε εν πολλοίς το σύνταγμα των Ιρόκων, η απουσία οποιασδήποτε κληρονομικής παραδόσεως για την συγκρότηση των συμβουλίων της Ομοσπονδίας Πενακούκ σημάδεψε τον τελικό έμπρακτο συνδυασμό της δημοκρατικής και της ομοσπονδιακής αρχής―κάτι που οι Ιρόκοι δεν είχαν καταφέρει να κάνουν. Το γεγονός ότι η φυλετική και η ομοσπονδιακή οργάνωση, οργανωμένες έτσι πάνω σε μια πλήρως δημοκρατική βάση, έλεγχαν όχι απλώς ένα κομματάκι του κυβερνητικού μηχανισμού, παρά επίσης αμέσως τις κοινοτικές δραστηριότητες από τις οποίες ζούσαν οι φυλές, καθώς δεν εγνώριζαν ατομική ιδιοκτησία, έκανε αυτή την ομοσπονδία αληθηνότερα δημοκρατική στην λειτουργία της από οποιαδήποτε άλλη ομοσπονδιακή οργάνωση που έγινε ποτέ. Στην πραγματικότητα, μπορεί ακόμη να λεχθεί ότι ήταν η μόνη πραγματικά λαϊκή ομοσπονδιακή κοινότητα στον κόσμο.

         Πλάι στο πλήρες ομοσπονδιακό συμβούλιο, υπήρχαν επίσης συχνές συνελεύσεις τμημάτων της ομοσπονδίας, όπου μπορούσαν να συζητώνται ζητήματα μερικής φύσεως. Η Πενακούκ, η έδρα της ομοσπονδίας, χρησιμοποιείτο επίσης ως φυσικό σημείο συγκεντρώσεως για το βόρειο τμήμα της ομοσπονδίας. Το νότιο είχε τις συναντήσεις του στο Πωουκατούκ (στην εκβολή του ομώνυμου ποταμού, που είναι σήμερα το σύνορο μεταξύ Κοννέκτικατ και Ρόουντ Αϊλαντ) ενώ η ανατολική περιοχή είχε ένα φυσικό κέντρο συναντήσεως και πληθυσμού στον μυχό του ίδιου κόλπου, όπου, πάνω από εξακόσια χρόνια πριν, μια νορβηγική αποστολή από την Γροιλανδία είχε αποβιβασθεί για να κυριεύσει την χώρα των Πενακούκων. Ο κόλπος αυτό ήταν τότε, και ακόμη είναι, το μεγάλο πληθυσμιακό κέντρο για την χώρα των Πενακούκων, όπου πολυάριθμοι ποταμοί και χερσόννησοι, κατοικημένες από διάφορες φυλές της Ομοσπονδίας, συναντώντο, όπου αγγελιαφορόδρομοι και ποταμόδρομοι μονόξυλων συνέκλιναν και συναντούσαν τις γραμμές της παράκτιας επικοινωνίας, όπου βρισκόταν το τέρμα της κεντρικής γραμμής του ταχυδρομικού συστήματος των Πενακούκων. Εκεί ήταν ουσιαστικά η πρωτεύουσα της Ομοσπονδίας Πενακούκ, στην χερσόννησο του Σωουμούτ, μια πόλη που ήταν ήδη αρχαία, όταν η νορβηγική εκστρατεία αποβιβάσθηκε εκεί γύρω (αναγκάσθηκε όμως να αποφύγει την ίδια την πόλη) το έτος 1000. Η θέση αυτή είναι ακόμη το πληθυσμιακό κέντρο της ίδιας αυτής χώρας, και είναι σήμερα γνωστή ως Βοστώνη.

         27. Δυνατότητα Συμετοχής στην Ομοσπονδία Πενακούκ.  Το ζήτημα της δυνατότητος συμμετοχής, της αποδοχής φυλών στην ομοσπονδία, απέβη σηματικότερο στην Ομοσπονδία των Πενακούκων παρά σε εκείνη των Ιρόκων. Στην περίπτωση των τελευταίων, οι σχεδιαστές είχαν αρχικά υπολογίσει πέντε μόνον έθνη-μέλη, ενώ στο σύνταγμα είχε προβλεφθεί μια δοκιμασία αποδοχής στην ομοσπονδία κυρίως ενδεικτικά, και μάλλον για μελλοντική χρήση. Η δοκιμασία συνίστατο στην κοινότητα καταγωγής και γλώσσας. Με τους λαούς των Πενακούκων, μια τέτοια δοκιμασία θα επέτρεπε την συμμετοχή της μισής ηπείρου. Ομως στην πραγματικότητα, η ομοσπονδία των λαών των Πενακούκων σχηματίσθηκε βιαστικά υπό την πίεση των συνθηκών, και παρίσταντο περισσότερες φυλές από όσες εθεωρείτο σκόπιμο να περιληφθούν. Ετσι το ζήτημα κάποιας διαχωριστικής γραμμής εμφανίσθηκε αμέσως σημαντικό. Πολλές φυλές, βαθειά στα βορειοανατολικά, που είχαν συνάψει συμμαχία με τους γάλλους, είχαν συντρέξει προς απώθηση των Ιρόκων (οι γάλλοι είχαν ήδη εμπλακεί σε μάχες με τους Ιρόκους για την νήσο Χοτσλέγα ή Μοντρεάλ και την γύρω περιοχή της), και, εάν επετρέπετο στις φυλές εκείνες να μπουν στην καινούργια ομοσπονδία, αυτό θα μπορούσε να δεσμεύσει την Ομοσπονδία των Πενακούκων σε συμμαχία με τους γάλλους, ή ακόμη και σε υποτέλεια. Επίσης, κάποια από τα ανατολικά τμήματα των Μοϊκανών, από την δυτική όχθη του Ποταμού Κουιννιτούκετ, βοηθούσαν στην απόκρουση του εχθρού, και επομένως εκπροσωπούντο στο κοινό συμβούλιο στην Νονοτούκη, οι αρχηγοί όμως μεταξύ αυτών είχαν πολύ περισσότερη εξουσία απ' όση είχαν οι αρχηγοί των φυλών των Πενακούκων, και οι προσαρμογές που χρειάζονταν για να γίνουν δεκτοί στην ομοσπονδία μπορεί να να διατάρασσαν σοβαρά το πνεύμα ατομικής ανεξαρτησίας των λαών των Πενακούκων.

         Ετσι η πάγια προϋπόθεση αποδοχής στην ομοσπονδία ήταν η ομοιότης κοινωνικών και εθνικών δεσμών. Αυτό άφηνε απ' έξω τους Μοϊκανούς ως πολύ αυταρχικούς, και τους Γουαμπανάκες ως συμμάχους των γάλλων διαβρωμένους ήδη από τον καθολικισμό. Ομως ο άκρος νότιος κλάδος των Γουαμπανάκων, που δεν είχαν δεχθεί άμεση γαλλική επίδραση, έγινε δεκτός ως το έθνος Αμπενάκη (Γουαμπανάκη) της ομοσπονδίας, επεκτείνοντας έτσι την ομοσπονδία βορειοανατολικά μέχρι τον Ποταμό Σάκο. Οι υπόλοιποι λαοί των Γουαμπανάκων σχημάτισαν μια δική τους ομοσπονδία, κάτι σαν δίδυμο της Ομοσπονδίας Πενακούκ, που χρησιμοποίησε το υπόδειγμα των Πενακούκων σε κάποια έκταση, και διατήρησε πάντοτε φιλικές σχέσεις με την ομοσπονδία Πενακούκ, αναγνωρίζοντας όμως την γαλλική συμμαχία, και θεωρούμενοι από τους γάλλους υπήκοοι της χάρτινης "Επαρχίας του Μαίν" τους.

         Η ομοσπονδία λοιπόν περιελάμβανε ένα αριθμό φυλών από τον Ποταμό Κουιννιτούκετ (Κοννέκτικατ) μέχρι τον Ποταμό Σάκο, και από τα όρη Αγιοτσούκ (Λευκά) στον νότο. Δυτικά του Κουιννιτούκετ, συμμετείχε μόνο το έθνος των Γουινώσκι, καθώς οι φυλές κατ' ευθείαν στην απέναντι από την Νονοτούκη όχθη του ποταμού ήσαν σε εχθρική περιοχή, ενώ οι Μοϊκανοί πιο νότια ήσαν, όπως είδαμε, απαράδεκτοι.

        Η Ομοσπονδία Πενακούκ αντιπροσώπευε την αλληλεγγύη μάλλον και την εμψύχωση στην αδυναμία, παρά την πραγματική δύναμη. Σχηματίσθηκε άμεσα μπροστά σε ένα εισβάλλον στράτευμα, και αμέσως μετά από ένα ξεκλήρισμα του πληθυσμού τέτοιο, που δεν είχαν γνωρίσει ποτέ οι λαοί των Πενακούκων. Και επίσης, η ομοσπονδία απειλείτο τώρα με εισβολή από την αντίπερα ακτή του ωκεανού, από μέρους εισβολέων που ήσαν επικίνδυνοι όχι μόνο για τον αριθμό και τον ανώτερο οπλισμό τους, αλλά πολύ περισσότερο εξ αιτίας της πληθύος μοιραίων ασθενειών που κουβαλούσαν μαζύ τους στην Αμερική. Ετσι η Ομοσπονδία Πενακούκ δεν υπήρξε ποτέ μια πραγματικά ισχυρή οργάνωση, υπήρξε όμως μια εντυπωσιακή συγκέντρωση δυνάμεως από ένα λαό που εξασθένιζε ραγδαίως. Και είναι ιδιαίτερα αξιοπρόσεκτη, γιατί δημιούργησε ένα πνεύμα το οποίο, στην πατρίδα της Ομοσπονδίας, διήρκεσε περισσότερο από τους αρχικούς της λαούς, ένα πνεύμα που επέτυχε σημαντικά να προαγάγει και να επεκτείνει την ελευθερία των λαών σε ολόκληρο τον κόσμο.

"Οι Πενακούκοι ήλθαν πρώτα, μέσα από κίνδυνο άφατον ακόμα,
Απ' όπου τα ψηλά βουνά της Αγιοτσούκ θωρείς.
Του συμβουλίου της φυλής ο αρχηγός την Λευτεριά μηνάει,
Της Νέας Αγγλίας Μπασάμπας, νά ο Πασακοναγουαίη.

"Πίσω οι Ναρραγανσέττοι, απ' της Ερυθροννήσου την ακτή,
Της Λευτεριάς η Ελπίδα για πάντα εκεί θα ζη.
Ηλθαν κι οι Αμπενάκες, απ' τ' ανατολικά,
χίλιους κάβους περάσαν, για νάρθουν απ' τα δάση τα πυκνά.

"Κι οι Πισκατάκουες ήλθαν απ' τον γοργό Κοτσέκο
στου Κουινντούκετ τα νερά, ποθώντας λευτεριά.
Πάνω απ' τον Κουιννιτούκετ, που οι λόφοι πρασινιίζουν,
Νά στο συμβούλιο φθάνουν κι οι κόκκινοι Γουινώσκοι.

"Πεκώτοι, μαχητές της Λευτεριάς, ήλθαν εδώ κι εκείνοι,
Απ' όπου ο Κουιννιτούκετ τον γαλανό απέραντο ανταμώνει ωκεανό.
Κι οι κόκκινοι του Μισαντσού την μέρα αυτή καθίσανε μαζύ
Πέρα, από την κοιλάδα του Σωουμούτ, όπου τον κόλπο σκιάζουνε λόφοι τρανοί.

"Οι Σάουγκους στο συμβούλιο φθάσαν, από του ωκεανού την ταραχή.
Νατίκοι ακολουθήσαν, της Λευτεριάς να σώσουν την πατρίδα.Κι οι Γουαμπανώγκ από κοντά, που αμμουδερό ακρωτήρι κατοικούν.
Και οι Νιπμούκοι, πάλι, από του Κουιννιτούκετ τη μεριά.

"Κι οι πιο τρανοί της Λευτεριάς προμάχοι, φόβος και τρόμος των εχθρών της Λευτεριάς,
Ηλθαν ανάμεσα από τον ωκεανό και από την Λίμνη Κουινσιγκάμοντ,
Φυλή που ο πέπλος της ταιριάζει του πνεύματος της Λευτεριάς,
Οι Οκαμακαμμεσσέτοι, πρόθυμοι πάντα, το καθήκον σαν καλεί."

         28. Ηττα των Ιρόκων.  Αυτή η ομοσπονδία, δημιουργημένη από την αδυναμία των Πενακούκων, έβαλε ένα οριστικό τέρμα στην εξάπλωση της Ιροκέζικης Ομοσπονδίας προς ανατολάς. Ο Κουιννιτούκετ ξανάγινε ορόσημο ελευθερίας, καθώς ο νεόκοπος ομοσπονδιακός στρατός, υπό την ηγεσία του Τσοκορούα, νίκησε τους εισβολείς, τους κυνήγησε πέρα απ' το ποτάμι, και τους ανάγκασε να υποχωρήσουν προς την πατρίδα τους. Αλλά η ομοσπονδία επολιορκείτο ήδη από την αντίθετη μεριά από ένα καινούργιο κίνδυνο, μια λευκή πληγή. Ηδη οι Γουαμπανώγκ έδιναν στους Προσκυνητές του Πλύμουθ μαθήματα προσαρμογής στην νέα τους πατρίδα. Και οι Προσκυνητές δεν ήσαν παρά η εμπροσθοφυλακή μιας μεγαλύτερης εισβολής. Η Ομοσπονδία Πενακούκ δημιουργήθηκε εξ αδυναμίας, και δεν ήταν ποτέ δυνατή, παρά μόνο ως προς τις αρχές της. Ομως οι αρχές αυτές επέζησαν και κατοίκησαν την χώρα πολύ μετά από την εποχή των Πενακούκων.

"Οι τρανοί Χοντενοσαύνοι τσακίστηκαν ξανά,
Οι τρανοί Χοντενοσαύνοι στο Σατεμούκ γυρνάν.
Σαν πρωτοβγήκε ενωμένη η ομοσπονδία, σχέδιο των λαών της Λευτεριάς,
Κι εκεί στον Κουιννιτούκετ, όρθωσε ανάστημα για την Ελευθεριά.

"Μα τώρα οι ερυθρόδερμοι της Νέας Αγγλίας νέους και φοβερούς είχαν εχθρούς,
Καθώς λευκοί πέρα από τον ωκεανό σε δύναμη ισχυρή εσυναχθήκαν.
Απ' του ωκεανού την άλλη άκρη καταφθάνει η απειλή,
Τί προστασία πια ο Κουιννιτούκετ να φανεί.

 

[Ολόκληρο το ποίημα βρίσκεται εις America's Search for Liberty in Song and Poem – Η Αναζήτηση της Αμερικής για την Ελευθερία στο Τραγούδι και την Ποίηση]

Κεντρική Σελίδα    Περιεχόμενα    Επόμενο